Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ της Κύπρου αναμένεται να φθάσει το 3,8% το 2018 μετά από 4,2% το 2017, σύμφωνα με τις ενδιάμεσες, οικονομικές χειμερινές προβλέψεις που εξέδωσε σήμερα η Κομισιόν. Σύμφωνα με την πρόβλεψη, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ αναμένεται να φθάσει στο 3,3% το 2019 και στο 2,7% το 2020. Εν τω μεταξύ, ο πληθωρισμός αναμένεται στο 0,8% για το 2018, 0,7% για το 2019 και 1,2% για το 2020.
Το 2019 και το 2020 προβλέπεται ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί σε 3,3% και 2,7%, λόγω του λιγότερο ευνοϊκού εξωτερικού περιβάλλοντος. “Η επιβράδυνση της ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ και οι συνεχιζόμενες αβεβαιότητες σε σημαντικούς εμπορικούς εταίρους επηρεάζουν τις προοπτικές της Κύπρου και αυξάνουν τους αρνητικούς κινδύνους”, προειδοποιεί η Κομισιόν .
Σύμφωνα με την Κομισιόν, «η κυπριακή οικονομία αναπτύχθηκε έντονα τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2018, αν και ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο (3,7% σε ετήσια βάση) ήταν ο χαμηλότερος του έτους» και το «οικονομικό κλίμα» ανέκαμψε το τέταρτο τρίμηνο μετά από μέτρια επίδοση το δεύτερο και το τρίτο”.
Επιπλέον, η αγορά εργασίας συνεχίζει να έχει δυνατές επιδόσεις”, σύμφωνα με τις προβλέψεις, καθώς η απασχόληση αυξήθηκε κατά 3,7% (σε ετήσια βάση) το 3ο τρίμηνο του 2018 και η αποζημίωση ανά εργαζόμενο κατά 1,9% (έναντι 0,7% το 2017). Τα στοιχεία της έρευνας έδειξαν ότι ο τομέας των κατασκευών συνέχισε τις πρόσληψης κατά το τέταρτο τρίμηνο.
Αντιθέτως, “παρά την αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών, η εμπιστοσύνη των καταναλωτών μειώθηκε, επηρεαζόμενη από την πώληση και εκκαθάριση της Κυπριακής Συνεταιριστικής Τράπεζας”. “Η τράπεζα ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στη χώρα και κατείχε πολλές καταθέσεις νοικοκυριών και ΜΜΕ”, λέει η Κομισιόν.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, τα κέρδη από την απασχόληση και οι υψηλότεροι μισθοί αναμένεται “να ενισχύσουν το διαθέσιμο εισόδημα και να στηρίξουν την ιδιωτική κατανάλωση”.
Την ίδια ώρα, η δημόσια κατανάλωση αναμένεται επίσης να αυξηθεί “εν μέσω αύξησης των μισθών και απασχόλησης στον δημόσιο τομέα”. Οι επενδύσεις θα πρέπει να “συμβάλουν θετικά το 2019 στο στηριζόμενες στην ισχυρή κατασκευαστική δραστηριότητα”.
Τέλος, οι πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν πολύ αδύναμες. Ο πληθωρισμός τιμών καταναλωτή ανήλθε στο 0,8% το 2018, μόνο οριακά υψηλότερος από ό, τι πριν από ένα χρόνο. Ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε το δεύτερο εξάμηνο του έτους, λόγω των τιμών των ενέργειας και μη επεξεργασμένων τροφίμων. Ο βασικός πληθωρισμός στο σύνολο του 2018 κυμάνθηκε γύρω στο μηδέν, καθώς “οι μετρίως υψηλότερες τιμές των υπηρεσιών αντισταθμίστηκαν από την πτώση των τιμών των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών”.
Κατά τα προσεχή τρίμηνα, “θα υπάρχουν δύο αντίπαλες δυνάμεις: αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, που θα τροφοδοτήσει τις πιέσεις των τιμών και μείωση των τιμών του πετρελαίου, γεγονός που θα τις αποκλιμακώσει”.
Συνολικά, ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί στο 0,7% το 2019. Καθώς ο αντίκτυπος των χαμηλότερων τιμών του πετρελαίου εξασθενεί, ο πληθωρισμός θα πρέπει να αυξηθεί μέτρια το 2020 στο 1,2%.