Του Ανδρέα Αριστοδήμου, Εκπαιδευτικού, Μέλους Κεντρικής & Επαρχιακής Επιτροπής ΔΗΚΟ Πάφου:
“Ως συνέχεια του προηγούμενού μου άρθρου, που αναφερόταν στους πρόσφυγες, θέλω να σταθώ και να σχολιάσω σήμερα δύο σημαντικά ζητήματα που πιστεύω προβληματίζουν όλους μας. Βλέπουμε μέρα με τη μέρα το μεταναστευτικό ρεύμα αλλά και τα κύματα των προσφύγων να αυξάνονται όλο και περισσότερο αλλά ταυτόχρονα και τα προβλήματα που δημιουργούνται να επηρεάζουν όλο και περισσότερο την κυπριακή κοινωνία. Το πρώτο σοβαρό πρόβλημα για μένα που προκύπτει είναι τι γίνεται σχετικά με την μόρφωση των προσφυγόπουλων και τα παιδιά των μεταναστών.
Φυσικά είναι γωστό ότι τα παιδιά αυτά εγγράφονται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, εφόσον πληρούν κάποιες προϋποθέσεις και εν συνεχεία με βάση την ηλικία τους εντάσσονται στις ίδιες τάξεις με τα παιδιά των ντόπιων μεταφέροντας αναγκαστικά όλες τις αδυναμίες και τα κενά που παρουσιάζουν. Πώς είναι δυνατόν τα παιδιά αυτά να συναγωνιστούν τα γηγενή όταν ακόμα δεν μπορούν να μιλήσουν καλά καλά την ελληνική γλώσσα??? Φτάσαμε φίλοι μου σε σημείο, ειδικά εδώ στην Πάφο, μέσα σε κάποιες τάξεις τα παιδιά από άλλες χώρες να υπερισχύουν των Κυπριόπουλων. Αναφέρω ενδεικτικά τη Δρούσια που σε σύνολο 40 μαθητών τα 20 είναι προσφυγόπουλα. Και εδώ είναι που αναφύονται τα πραγματικά προβλήματα.
Ένας δάσκαλος μπαίνοντας σε μία τάξη και βλέποντας να υπερτερούν τα προσφυγόπουλα είναι αναγκασμένος να ρίξει το επίπεδο της διδασκαλίας του για να γίνουν κατανοητά αυτά που λέει στα περισσότερα παιδιά. Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα και ιδίως για τα Κυπριόπουλα γιατί έτσι υποβαθμίζεται η γνώση που τους παρέχεται. Οι λίγες ώρες ελληνικής γλώσσας που διδάσκονται τα παιδιά αυτά ως ενισχυτική διδασκαλία δεν είναι η ενδεδειγμένη λύση για να γεφυρώσει το τεράστιο χάσμα που υπάρχει. Ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση είναι να δημιουργηθούν τάξεις υποδοχής όπου θα φοιτούν τα παιδιά αυτά και θα εκπαιδεύονται με ειδικά αναλυτικά προγράμματα που να ανταποκρίνονται σ’αυτά.
Έτσι θα πετύχουμε από την μια να διατηρήσουμε το επίπεδο των Κυπρίων μαθητών και από την άλλη να μπορέσουν τα προσφυγόπουλα να πλησιάσουν κάποια στιγμή το επίπεδο των ντόπιων. Αυτό που αναφέρω δεν είναι ρατσιστικό μέτρο, δηλαδή ο διαχωρισμός των παιδιών, αλλά ισα-ισα πιστεύω είναι προς όφελος όλων. Κάτι ανάλογο με αυτό που προτείνω εφάρμοσε η Ελλάδα πριν κάποια χρόνια με τα Αλβανάκια που κατέκλυσαν την Ελλάδα την δεκαετία 2000-2010 και μπορώ να πω ότι ήταν ένα πετυχημένο μέτρο. Το δεύτερο θέμα που προκύπτει αφορά την υγεία. Ερχόμενοι οι πρόσφυγες και οι οικονομικοί μετανάστες από τις χώρες τους, και μιλάμε για χώρες τριτοκοσμικές ή αναπτυσσόμενες όπως τις ονομάζουμε, πολλοί απ’αυτούς μεταφέρουν μαζί τους και λοιμώδη νοσήματα ή άλλες νόσους. Ακούγεται ότι πρόσφυγες από τη Συρία και οικονομικοί ματανάστες από τη Ρουμανία, Βουλγαρία και άλλες χώρες της Ασίας, είναι φορείς της ηπατίτιδας β καθώς και άλλων νόσων και αυτό είναι κοινό μυστικό σε όλους μας.
Το θέμα είναι αν οι ιατρικοί έλεγχοι που γίνονται στην χώρα μας είναι επαρκείς και εγγυημένοι ώστε να προφυλάσσεται ο ντόπιος πληθυσμός από τη μετάδοση των νόσων που μεταφέρουν αυτοί οι άνθρωποι!! Ως προς τους κανόνες υγιεινής επίσης, στους χώρους που ζουν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, φοβάμαι ότι είναι ελλιπείς για τέτοιες πρωτόγνωρες καταστάσεις. Και βασικά το θέμα είναι αν εξασφαλίζεται η υγεία πρώτα αυτών που ζουν κατά ομάδες και μετά εμάς των ιδίων που συνυπάρχουμε μ’αυτούς.
Δεν είμαι καθόλου ρατσιστής ούτε ξενοβοβικός και το επαναλαμβάνω, αλλά φοβάμαι για το αύριο για μας και τα παιδιά μας και αυτή είναι μια κραυγή αγωνίας προς κάθε κατεύθυνση!! Γι’αυτό καλώ την πολιτεία να δώσει μεγάλη σημασία σ’αυτά τα σημαντικά ζητήματα που αφορούν την κυπριακή κοινωνία, πριν ξεφύγουν από τον έλεγχο και πάλι τρέχουμε ως συνήθως από πίσω ψάχνοντας για μαγικές λύσεις!!!”