Ενώ μας χωρίζουν ακόμη περίπου έξι μήνες πριν τις επόμενες προεδρικές εκλογές, έχουμε δει προ πολλού την προεκλογική ατμόσφαιρα να εντείνεται και να κορυφώνεται πρόωρα. Ενδεικτικό της πρόωρης αυτής κορύφωσης του προεκλογικού κλίματος ήταν και η πρόωρη εισδοχή στις λεγόμενες τηλεμαχίες.
Συγκεκριμένα, σε ένα χρονικό πλαίσιο, πρόωρο τόσο για το κυπριακό αλλά και το παγκόσμιο εκλογικό γίγνεσθαι, είδαμε το κρατικό κανάλι να επιχειρεί τη διεξαγωγή μιας πρώιμης, πλην κουτσουρεμένης προεκλογικής τηλεμαχίας με τους τρεις λεγομένους βασικούς υποψηφίους, με έναν τρόπο που έδινε τροφή στην παλαιοκομματική πόλωση και την υποκειμενική ερμηνεία και επιπλέον ενίσχυε τη δημιουργία εύνοιας και πολλαπλών ταχυτήτων μεταξύ των φερόμενων υποψηφίων.
Επιπλέον, κατά την πρώτη αυτή τηλεμαχία είδαμε τη συζήτηση να εξελίσσεται σε ένα ρεσιτάλ μικροπολιτικής σύγκρουσης, για μα μην πω, πολιτικής αλληλοεξόντωσης άλλων εποχών, αντί να επιδιώκει την κατά το δυνατόν πιο σύγχρονη και σφαιρική αποτύπωση των θέσεων των υποψηφίων.
Πέρα όμως από τη συγκεκριμένη πρόωρη και κακώς κείμενη τηλεμαχία, είδαμε προσφάτως να επιχειρείται, με προστάτη και πάλι το κρατικό κανάλι, ένας πρόωρος καταιγισμός ανάλογων τηλεμαχιών για τον μήνα Σεπτέμβριο. Συγκεκριμένα, το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου, είχε προγραμματίσει για τον Σεπτέμβριο μια σειρά από τηλεμαχίες, δίνοντας σε ένα βαθμό βήμα σε όλους τους υποψηφίους, εξακολουθώντας όμως να προάγει τη δημιουργία πολλαπλών ταχυτήτων, δίνοντας πολλαπλάσιο χρόνο και επιλεκτική παρουσίαση σε κάποιους από τους λεγόμενους «βασικούς υποψήφιους».
Επιπλέον, είδαμε την πρόθεση ενός από τους τρεις «μονομάχους» να απέχει από τον εν λόγω προγραμματισμό, προφασιζόμενος την προτεραιότητα που δίνει στην κατ’ ιδίαν επαφή με το εκλογικό σώμα, να εργαλειοποιείται από κάποιες συνιστώσες και να παρουσιάζεται ως φυγομαχία. Μπορεί, σε μια πρώτη ανάγνωση, όντως η συγκεκριμένη ενέργεια να μπορεί να χαρακτηριστεί ως μία προσπάθεια αποφυγής δημόσιου διαλόγου.
Έπειτα όμως από μια πιο νηφάλια και αντικειμενική θεώρηση και λαμβάνοντας υπόψη και το αποτύπωμα της πρώτης τηλεμαχίας, μπορεί να εξακριβώσει κανείς ότι μια σειρά ανάλογων τηλεμαχιών δεν θα προάγει πραγματικό διάλογο, ούτε θα δίνει την ευκαιρία στους πολίτες να ακούσουν ξεκάθαρες πολιτικές θέσεις, επιχειρήματα και οράματα επί φλεγόντων θεμάτων. Επιπλέον, ένα τέτοιο εγχείρημα δύναται πρωτίστως να δώσει περεταίρω έδαφος για πόλωση και παλαιοκομματικές κοκορομαχίες αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης και επιβολής στρεβλών και προκατασκευασμένων εντυπώσεων.
Άλλωστε, όπως καταδεικνύουν και τα αποτελέσματα πρόσφατης σχετικής ακαδημαϊκής έρευνας, η διαθεσιμότητα του υποψηφίου, η εικόνα του ως κοινωνική οντότητα, το ψυχολογικό κόστος από μια ενδεχόμενη εκλογή και οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις με υποψηφίους, είναι τα στοιχεία που παρουσιάζουν τα ψηλότερα επίπεδα επιρροής απέναντι στην εκλογική αντίληψη και κατ’ επέκταση στην εκλογική συμπεριφορά του Κύπριου ψηφοφόρου.
Σε αυτό το πλαίσιο και με αυτά ακριβώς τα δεδομένα, θα ήταν προτιμότερο τόσο οι πολιτικές δυνάμεις και τα εκλογικά επιτελεία, όσο και το κρατικό κανάλι αλλά και γενικότερα τα ΜΜΕ, να επιδείξουν τον δέοντα σεβασμό στις προτεραιότητες και τις προτιμήσεις του εκλογικού σώματος και να αφήσουν την προεκλογική να εξελιχθεί στους φυσικούς της ρυθμούς, δημιουργώντας έδαφος για έναν υγιή, άμεσο και επί της ουσίας δημόσιο διάλογο, με αποδέκτη το εκλογικό σώμα και όχι τις μικροπολιτικές σκοπιμότητες ενός εκάστου.
Δρ Χάρης Φ. Σοφοκλέους (PhD)
Λέκτορας Επικοινωνίας, Σύμβουλος Εταιρικής Επικοινωνίας, Ερευνητής