Σύμφωνα με τα στοιχεία του ECDC, μέχρι τις 30 Ιανουαρίου 2022, είχε συμπληρώσει το εμβολιαστικό τους σχήμα το 70,9% των εφήβων ηλικίας 15 με 17 ετών και το 34,8% των εφήβων μεταξύ 10 έως 14 ετών στην ΕΕ/ΕΟΧ. Συνολικά, ωστόσο, πάνω από τους μισούς έφηβους μεταξύ 10 έως 17 ετών δεν είχαν ακόμα ολοκληρώσει το εμβολιαστικό τους σχήμα.
Το συμπέρασμα της έκθεσης είναι πως αν και καταγράφεται αύξηση της προστασίας μετά από ενισχυτική δόση σε έφηβους, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει πρώτα να επικεντρωθούν στη χορήγηση αναμνηστικών δόσεων για τις ευάλωτες ομάδες.
Ειδικότερα όπως σημειώνεται, ο κίνδυνος νοσηλείας, ένταξης στις ΜΕΘ και θανάτου παραμένει χαμηλός για τα άτομα 12 έως 17 ετών, αν και ο αριθμός των κρουσμάτων στην συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα βρίσκονταν μεταξύ των υψηλότερων από όλες τις ηλικιακές ομάδες στην ΕΕ/ΕΟΧ.
Τα κρούσματα στα οποία εμφανίζονται συμπτώματα στην ομάδα 12 έως 17 αυξάνονται σταθερά από τον Ιούλιο του 2021, αντικατοπτρίζοντας τα αυξημένα κρούσματα που καταγράφονται σε όλες τις ηλικιακές ομάδες λόγω της διασποράς των παραλλαγών Δέλτα και Όμικρον, αν και τις τελευταίες εβδομάδες έχει παρατηρηθεί μείωση στον ρυθμό εμφάνισης νέων κρουσμάτων.
Υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία όσον αφορά πιθανή μείωση της ανοσίας μετά τον εμβολιασμό των εφήβων, ωστόσο τα μέχρι στιγμής στοιχεία παραπέμπουν σε μείωση της ανοσίας κατά της συμπτωματικής μόλυνσης 5 με 6 μήνες μετά την ολοκλήρωση του αρχικού εμβολιαστικού προγράμματος. Προς το παρόν δεν υπάρχουν στοιχεία που να παραπέμπουν σε μείωση της ανοσίας κατά της σοβαρής νόσησης.
Όσον αφορά τον ενισχυτικό εμβολιασμό των εφήβων, τα προκαταρκτικά δεδομένα δείχνουν αύξηση στην προστασία κατά της μόλυνσης με SARS-CoV-2 σε σύγκριση με τον αρχικό εμβολιασμό. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν πάντως αρκετές πληροφορίες σε σχέση με την διάρκεια της προστασίας που παρέχει ο ενισχυτικός εμβολιασμός.
Όπως σημειώνεται, θα πρέπει να συνεχιστεί η προσεκτική ανάλυση των δεδομένων για τα οφέλη και τους κινδύνους από τον ενισχυτικό εμβολιασμό για τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα.
Το ECDC σημειώνει πως όταν θα εξετάζεται το ενδεχόμενο ενισχυτικών δόσεων για τους έφηβους, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη διάφοροι παράγοντες, όπως η επιδημιολογική κατάσταση, οι προτεραιότητες και οι στόχοι των εθνικών εκστρατειών εμβολιασμού, η κατάσταση όσον αφορά τους εμβολιασμούς και όσον αφορά τις ενισχυτικές δόσεις για τις ομάδες προτεραιότητας και τον γενικό πληθυσμό.
Οι ενισχυτικές δόσεις αναμένεται πως θα είναι αποτελεσματικότερες αν δοθεί προτεραιότητα και ευρεία κάλυψη στις ευάλωτες ομάδες. Η επίτευξη υψηλών ποσοστών ενισχυτικών δόσεων για ομάδες υψηλού ρίσκου νόσησης με σοβαρό COVID-19 πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα πριν από την χορήγηση ενισχυτικών δόσεων σε άλλες ομάδες με χαμηλό ρίσκο σοβαρής νόσησης.