Το Εφετείο επικύρωσε πρωτόδικη απόφαση, ως προς την κατάληξη απόρριψης προσφυγής, σε υπόθεση πουι αφορούσε έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου με τον Δήμο Πέγειας (Εφεσείων), εναντίον Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεων (Εφεσίβλητης).
Στην ομόφωνη απόφαση, ο Δικαστής Σεραφείμ αναφέρει ότι η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 14.12.2020 στην Προσφυγή Αρ. 1420/2017, με την οποία απορρίφθηκε, ως μη παραδεκτή, η προσφυγή του Εφεσείοντα ως προς το αντικείμενο των αιτούμενων θεραπειών Α και Β της προσφυγής, ήτοι, αφ’ ενός, της ακύρωσης χορήγησης πολεοδομικής άδειας (εφεξής η «επίδικη άδεια») στο ενδιαφερόμενο μέρος George Vasiliou Ltd και, αφ’ ετέρου, της αρνητικής απάντησης της Διευθύντριας του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ημερομηνίας 18.9.2017 σε επιστολή του Εφεσείοντα ημερομηνίας 8.9.2017, με την οποία απορρίφθηκε, κατά τον Εφεσείοντα, «ενδικοφανή-ένσταση» του εναντίον της χορήγησης της επίδικης άδειας και αίτημα ανάκλησης και επανεξέτασης αυτής, ως μη έχοντας αυτός (ο Εφεσείων) αποδείξει έννομο συμφέρον σε σχέση με τις εν λόγω προσβαλλόμενες αποφάσεις.
Συνολικά προτάθηκαν τρεις λόγοι έφεσης εκ μέρους του Εφεσείοντα εναντίον της πρωτόδικης απόφασης. Με τον πρώτο λόγο έφεσης, ο Εφεσείων στρέφεται εναντίον της πρωτόδικης κρίσης περί μη απόδειξης του εννόμου συμφέροντος του , επιχειρηματολογώντας, συναφώς, ότι, ο Εφεσείων, ως αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης, είχε και έχει συμφέρον χάριν των δημοτών και του περιβάλλοντος να αμφισβητήσει την επίδικη άδεια, αφού το έργο περί του οποίου ο λόγος επιφέρει προφανή δυσμενή επηρεασμό στο φυσικό περιβάλλον και χωροθετείται εντός των διοικητικών ορίων του.
Με τον δεύτερο λόγο έφεσης της η πλευρά του Εφεσείοντα ισχυρίζεται ότι, το πρωτόδικο Δικαστήριο παράκαμψε την με βάση το ανακριτικό σύστημα αρμοδιότητα του, αφού «… δεν έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία των φακέλων και ισχυρισμών βάσει των οποίων προκύπτει σαφώς ο επιβλαβής δυσμενής περιορισμός στο περιβάλλον της περιοχής του Δήμου Πέγειας από την έκδοση της άδειας υπέρ του ενδιαφερόμενου προσώπου.». Υποστηρίζεται ο εν λόγω λόγος έφεσης με το επιχείρημα ότι, στις γραπτές αγορεύσεις για τον Εφεσείοντα απαντήθηκε λεπτομερώς η προβληθείσα με την Ένσταση των Εφεσιβλήτων προδικαστική ένσταση περί έλλειψης εννόμου συμφέροντος με στοιχεία που παρουσίασε ο Εφεσείων τα οποία, κατά τον ισχυρισμό, θεμελίωναν το έννομο του συμφέρον και αναιτιολόγητα αγνοήθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Τέλος, με τον τρίτο λόγο έφεσης του ο Εφεσείων υποστηρίζει ότι, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προχώρησε να εξετάσει (όλους) τους λόγους ακύρωσης που προβλήθηκαν.
Με τα περιγράμματα αγόρευσης τους οι διάδικοι ανέλυσαν τις θέσεις τους, ο Εφεσείων προς υπόδειξη του εσφαλμένου της πρωτόδικης κρίσης, η δε Εφεσίβλητη και το ενδιαφερόμενο μέρος προς υποστήριξη της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης. Σημειώνεται ότι, η πλευρά της Εφεσίβλητης ήγειρε, όπως είχε πράξει και πρωτόδικα και ζήτημα ότι ο Εφεσείων στερείται εννόμου συμφέροντος λόγω ανεπίτρεπτου ενδοστρεφούς δίκης.
Στην απόφαση αναφέρεται ότι προσεγγίζοντας το ζήτημα υπό το φως των ανωτέρω, βρίσκουμε ότι σαφώς προκύπτει από τα ενώπιον μας δικόγραφα και επισυνημμένα αυτών έγγραφα και δεν αποτελεί αμφισβητούμενο γεγονός ότι, ο Εφεσείων είναι αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης και στρέφεται εναντίον χορήγησης πολεοδομικής άδειας για έργο που χωροθετείται στην περιοχή αρμοδιότητας του, κατ’ επίκληση δυσμενούς επηρεασμού του φυσικού περιβάλλοντος απ’ αυτό . Συνεπώς, νομιμοποιείται, καταρχήν, ο Εφεσείων στην καταχώρηση της υπό εξέταση προσφυγής του. Ωστόσο, ορθά, βρίσκουμε, προστίθεται, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε, τελικώς, ότι ο Εφεσείων δεν έχει τεκμηριώσει το έννομο συμφέρον του στη συγκεκριμένη περίπτωση, καταλήγοντας ότι «εξετάζοντας το δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως, διαπιστώνω τη γενικότητα με την οποία προβάλλεται το ζήτημα των δυσμενών επιπτώσεων στο περιβάλλον. Οι πιο πάνω αναφορές ουδόλως εξειδικεύουν με ποιο τρόπο και γιατί το περιβάλλον θα υποστεί δυσμενείς επιπτώσεις». «Έχοντας κατά νου τα πιο πάνω, καταλήγω ότι στην αίτηση ακυρώσεως δεν γίνεται καμία αναφορά στα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν τον άμεσο δυσμενή επηρεασμό του περιβάλλοντος» προστίθεται.
Όντως, αναφέρει η απόφαση, συγκεκριμένος (πόσο μάλλον ειδικός) συσχετισμός μεταξύ της επίδικης διοικητικής πράξης και της συγκεκριμενοποιημένης επαπειλούμενης ζημίας από την εκτέλεση αυτής ή συγκεκριμενοποιημένης πτυχής της, ελλείπει παντελώς από την αίτηση ακυρώσεως στην παρούσα περίπτωση. Αυτή η απουσία παρατηρείται όχι μόνο από την αίτηση ακυρώσεως, αλλά ακόμα και αν κάποιος επέλεγε ελαστικότερα κριτήρια από αυτά που έχει περί τούτου θέσει η νομολογία, και από τη γραπτή αγόρευση για τον Εφεσείοντα.
“Για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, ο πρώτος και ο δεύτερος λόγος έφεσης απορρίπτονται, αφού ο Εφεσείων δεν έχει τεκμηριώσει έννομο συμφέρον. Είναι, περαιτέρω, εμφανές ότι η βασιμότητα του τρίτου λόγου έφεσης διέρχεται και εξαρτάται από την αποδοχή των δύο πρώτων λόγων έφεσης. Συνεπώς, η ανωτέρω απόρριψη τους, συμπαρασύρει σε απόρριψη και τον τρίτο λόγο έφεσης”.
Επιδικάζονται έξοδα ύψους €3000 υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα. Η πρωτόδικη απόφαση, ως προς την κατάληξη απόρριψης της προσφυγής, επικυρώνεται, αναφέρει η απόφαση.