Το μήνυμα ότι όλος ο Ελληνισμός έχει χρέος ν’ αντισταθεί, υπό όρους αρραγούς ενότητας, απέναντι στην συντέλεση ενός τέτοιου «ειδεχθούς εγκλήματος» εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και εις βάρος της Διεθνούς και της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας, έστειλε από την Πάφο στο πλαίσιο επετειακής εκδήλωσης ο τέως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και Ακαδημαϊκός Προκόπης Παυλόπουλος
Την επετειακή εκδήλωση διοργάνωσε το Πετρίδειο Ίδρυμα στο πλαίσιο των 30χρονων της πολυσχιδούς προσφορά του στον Πολιτισμό, στην Παιδεία και στον Αθλητισμό, στο Μαρκίδειο Θέατρο το απόγευμα της Παρασκευής , με επίσημο προσκεκλημμένο και επίσημο ομιλητή τον πρώην Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο με θέμα «Οι στοιχειώδεις προϋποθέσεις της δίκαιης και βιώσιμης λύσης του κυπριακού ζητήματος κατά το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο».
Στην ομιλία του ο τέως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και Ακαδημαϊκός Προκόπης Παυλόπουλος ανέφερε μεταξύ άλλων πως ακόμη και τώρα ακούγονται αρκετές «φωνές» ειδικών, κυρίως στον τομέα των Διεθνών Σχέσεων, οι οποίες υποστηρίζουν ότι η απόρριψη του Σχεδίου Ανάν για το Κυπριακό Ζήτημα ήταν μια «χαμένη ευκαιρία».
Οι «φωνές» αυτές ηχούν ως σύγχρονος «αντίλαλος» των απόψεων εκείνων, οι οποίες υιοθετήθηκαν πριν είκοσι χρόνια στηρίζοντας, σχεδόν «αναφανδόν» και άνευ προϋποθέσεων, το Σχέδιο Ανάν σ’ Ελλάδα και Κύπρο. Όμως τα επιχειρήματα που προεκτέθηκαν αποδεικνύουν, όπως είπε, και δη με αρκούντως πειστικά τεκμήρια, ότι το Σχέδιο Ανάν δεν συνιστά, κατ’ ουδένα τρόπο, «χαμένη ευκαιρία».
Και τούτο συνέχισε, διότι η απόρριψή του επιβαλλόταν από την ίδια την φύση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, εν τέλει, από το ίδιο το Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Πραγματικά, μία υπό το θεσμικό και πολιτικό statusτου Σχεδίου Ανάν Κυπριακή Δημοκρατία δεν θ’ αποτελούσε, ούτε καθ’ υποφοράν, Κράτος ομοσπονδιακού τύπου, συμπλήρωσε, προσθέτοντας πως θα στηριζόταν πολύ περισσότερο σε μια μορφή Συνομοσπονδιακού Κράτους, εντελώς ασύμβατου με τις στοιχειώδεις απαιτήσεις της δομής και λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της αποτελεσματικής εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Δικαίου, όπως ήδη επισημάνθηκε επανειλημμένως.
Είναι δε άκρως χαρακτηριστικό και ενδεικτικό της μάλλον «επιφανειακής» προσέγγισης, με βάση την οποία αξιολογήθηκε από τους προμνημονευόμενους υποστηρικτές του Σχεδίου Ανάν, το ότι αυτοί δεν φαίνεται ν’ ασχολήθηκαν επισταμένως τόνισε με το αν και κατά πόσο το πολιτειακό «μόρφωμα»που προόριζε για την Κυπριακή Δημοκρατία ανταποκρινόταν στις βασικές απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Έννομης Τάξης και του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου.
Ακόμη συνέχισε , καθίσταται λοιπόν προφανές ότι η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάν στην πράξη θα οδηγούσε, σχεδόν νομοτελειακώς, σε ουσιαστική έξοδο της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση -αφού, όπως επαρκώς τονίσθηκε, θα ήταν αδιανόητο ν’ αναμένει κανείς «προσαρμογή» του Ευρωπαϊκού Δικαίου στα «κανονιστικά κελεύσματα» του Σχεδίου Ανάν- εκτός του ότι είναι σίγουρο πως αργά ή γρήγορα θα οδηγούσε και σε γενικότερη κρατική αποσύνθεσή της.
Και οι κατά τ’ ανωτέρω διαχρονικώς υπέρμαχοι του Σχεδίου Ανάν δεν πρέπει να υποτιμούν -και πολύ περισσότερο να λησμονούν- ότι μια τέτοια, μοιραία και απευκταία, κατάληξη της Κυπριακής Δημοκρατίας συνιστά «διακαή πόθο» της Τουρκίας. Και μάλιστα ως τελική «δικαίωση» της βαρβαρότητάς της κατά την εισβολή, το 1974, στην Μαρτυρική Κύπρο, είπε ο κ. Παυλόπουλος .
Επομένως εκτίμησε ο κ. Παυλόπουλος, η σημερινή κρίσιμη συγκυρία επιβάλλει την ειλικρινή και αποφασιστική αποδοχή και πραγμάτωση του ακόλουθου, κατ’ ουσία Εθνικού, «προτάγματος»: Όλος ο Ελληνισμός έχει χρέος ν’ αντισταθεί, υπό όρους αρραγούς ενότητας, απέναντι στην συντέλεση ενός τέτοιου «ειδεχθούς εγκλήματος» εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και εις βάρος της Διεθνούς και της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας, συμπλήρωσε.
Επεσήμανε επίσης πως το χρέος αυτό βαρύνει, όπως είναι ευνόητο, και την Διεθνή Κοινότητα αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ιδίως δε την Ευρωπαϊκή Ένωση, λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι αναπόσπαστο Κράτος-Μέλος της και η τύχη της συνδέεται αρρήκτως με την υπόστασή της και με την εν γένει προοπτική της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, επέκεινα δε και της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης.
Τους τελευταίους ιδίως μήνες, και παρά την συνεχιζόμενη -ή και εντεινόμενη ενίοτε- προκλητική αδιαλλαξία της Τουρκίας, γίνεται και πάλι λόγοςγια την ανάγκη της όσο το δυνατό ταχύτερης επίλυσης του Κυπριακού Ζητήματος ανέφερε ο κ. Παυλόπουλος προσθέτοντας πως αυτό προκύπτει και από τις σχετικές πρόσφατες δηλώσεις, που αποδέχονται οι Κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου -αποφασισμένες μάλιστα να κινηθούν εν προκειμένω με τον απαιτούμενο «ρεαλισμό»μπροστά στον «άτεγκτο» έως απροκαλύπτως κυνικό κόσμο των Διεθνών Σχέσεων- ενώ «ωθούν» προς την ως άνω κατεύθυνση τόσον ο ΟΗΕ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση, μολονότι έχουν «βιώσει» και έχουν επανειλημμένως καταδικάσει, δυστυχώς όμως χωρίς την απαιτούμενη αυστηρότητα και μάλιστα δίχως ίχνος αποτελεσματικών κυρώσεων, την όλη τουρκική στάση μετά το 1974.
Ο κ. Παυλόπουλος σημείωσε πως η τακτική αυτή των Κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου πρέπει ν’ αξιολογηθεί ως κατ’ αρχήν ορθή, αφού η «μη λύση»του Κυπριακού Ζητήματος όχι μόνο δεν συνιστά «λύση» του, αλλά καθιστά ολοένα και πιο επισφαλή -κατ’ επιεική δε θεώρηση- την κατάσταση που δημιούργησε η πάνω από πενήντα χρόνια κατοχή του ενός τρίτου της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, ύστερα από την βάρβαρη εισβολή της στην Μαρτυρική Κύπρο το 1974.
Πλην όμως,και όπως είναι ευνόητο συνέχισε,η επίτευξη λύσης του Κυπριακού Ζητήματος είναι νοητή και αποδεκτή μόνον εφόσον είναι δίκαιη και βιώσιμη.
Γεγονός που σημαίνει , τόνισε, περαιτέρω ότι η λύση αυτή είναι νοητή και αποδεκτή μόνον εφόσον υπηρετεί, τουλάχιστον ως προς τα σχετικά βασικά ρυθμιστικά της στοιχεία,«αξιοπρεπώς» -και όχι κατ’ επίφαση, υπό το κράτος απαράδεκτων συμβιβασμών ή και εκβιασμών από συγκεκριμένες πλευρές- την Διεθνή Νομιμότητα και την Ευρωπαϊκή Νομιμότητα αλλά και την «βιωσιμότητα» της Κυπριακής Δημοκρατίας ως Κράτους-Μέλους της Διεθνούς Κοινότητας, κυρίως δε ωςπλήρους Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του «σκληρού πυρήνα» της, της Ευρωζώνης.
Διότι το αντίθετο οδηγεί, αναποδράστως, σ’ επικίνδυνες ατραπούς ακόμη πιο επώδυνης θεσμικής και πολιτικής αποδυνάμωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, και στο πλαίσιο της Διεθνούς Κοινότηταςαλλά και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το ζήτημα τούτο συνέχισε, απαιτεί τόσο «επιμελέστερη»προετοιμασία, με την ανάλογη προσοχή και προνοητικότητα, όσο η Τουρκία έχει καταστήσει -με περισσό θράσος που, δυστυχώς, το ενισχύει η προεκτεθείσαθλιβερή Διεθνής, ακόμη και Ευρωπαϊκή σε ορισμένες περιπτώσεις,ανοχή προς αυτή- σαφές πως ως αρχή «λύσης» του Κυπριακού Ζητήματος δεν αποδέχεται, κατ’ ουδένα τρόπο, το στοιχειώδες κατά το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, όπως θα επεξηγηθεί στην συνέχεια, πρότυπο του Ομοσπονδιακού Κράτους.
Και κάνει λόγο, ευθέως είπε, για δύο Κράτη, ή το πολύ για έναν τύπο Συνομοσπονδιακού Κράτους στην βάση μιας εξαιρετικά χαλαρής συνομοσπονδίας, η οποία μάλιστα δεν ανταποκρίνεται καν στα δεδομένα μιας πραγματικής διζωνικής-δικοινοτικής κρατικής και πολιτειακής οντότητας.
Υπό το πνεύμα αυτό είναι προφανές είπε ο κ. Παυλόπουλος πως δεν μπορεί -ορθότερα δε δεν είναι επιτρεπτό- ν’ αρχίσει οιαδήποτε συζήτηση για το Κυπριακό Ζήτημα,αν προηγουμένως η Τουρκία δεν αφήσει κατά μέρος τέτοιες παράλογες και προκλητικώςμαξιμαλιστικές θέσεις και προτάσεις, πλήρως αντίθετες προς το Διεθνές Δίκαιο και ιδίως προς το Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Αν γίνει,από Ελληνικής και Κυπριακής πλευράς, το λάθος να υποτιμηθεί ο κίνδυνος της έναρξης διαλόγου για το Κυπριακό Ζήτημα δίχως μιανουσιώδη υποχώρηση της Τουρκίας από τις κατά τ’ ανωτέρω ακραίες θέσεις της, τότε ο «διάλογος» με την τουρκική πλευρά μας οδηγεί στην διακινδύνευση να υποχωρήσουμε μοιραίωςεμείς, έστω και κατά ένα μέρος, στους απαράδεκτους τουρκικούς εκβιασμούς και στο ενδεχόμενο πλήρουςευτελισμού του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Δικαίου σε ό,τι αφορά το μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Επιπροσθέτως συμπλήρωσε, ας μην ξεχνάμε ότι αυτή είναι πάντοτε η «προσφιλής» τακτική της Τουρκίας όταν επιχειρεί να προωθήσει και τις πιο αδιανόητες «διεκδικήσεις» της έναντι του Ελληνισμού εν γένει, στηριζόμενη με πρόδηλο διεθνές θράσος στην παγίωση των «τετελεσμένων» εφόσον διαπιστώσει τάσεις δισταγμών, ανοχής και υποχωρητικότητας από τις Κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου. Και κατά τούτο πρέπει να έχουμε διαρκώς κατά νου ότι στις σχέσεις μας με την Τουρκία, ακόμη και όταν αυτή δείχνει προς εμάς «αγαθές προθέσεις», ισχύει στο ακέραιο το «timeoDanaosetdonaferentes». Το ίδιο δε ισχύει–ή πρέπει να ισχύει- προφανώς και για την Διεθνή Κοινότητα και τον ΟΗΕ και για την Ευρωπαϊκή Ένωση, με δεδομένο ότι έχουν βιώσει και υποστεί, σε σειρά περιπτώσεων κατά το απώτερο αλλά και το πρόσφατο παρελθόν, την ιταμή στάση της Τουρκίας αναφορικά με την εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Ο πρόεδρος του Πετριδείου Ιδρύματος Μιχάλης Μαραθεύτης σε χαιρετισμό του ανέφερε πως η εκδήλωση αποτέλεσε ένα σεμνό αφιέρωμα στα 30 χρόνια ζωής του Πετριδείου Ιδρύματος που δημιουργήθηκε μέσα από το έργο και την προσφορά ενός από τους μεγαλύτερους – αν όχι του μεγαλύτερου – ευεργέτη της Πάφου του αείμνηστου συμπολίτη μας Χριστόδουλο Πετρίδη . Είναι είπε, μια συνειδητή πράξη που πηγάζει από τα μύχια της καρδιάς μας. Είναι μια έμπρακτη απόδειξη της βαθιάς μας εκτίμησης και του ειλικρινούς θαυμασμού για τον άνθρωπο που ανάλωσε την τη ζωή του διανέμοντας αγάπη, συμπαράσταση και ανακούφιση προς τον συνάνθρωπο και αφήνοντας πολύτιμη ηθική και υλική κληρονομιά στην κοινωνία μας, συμπλήρωσε.
Ακολούθως αναφέρθηκε στο όραμα του Πετριδείου Ιδρύματος για την επόμενη δεκαετία .
Ο κ. Μαραθεύτης χαρακτήρισε μεγάλη τιμή για το Πετρίδειο Ίδρυμα το γεγονός ότι ο πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος τίμησε την εκδήλωση με την παρουσία του και ήταν ο κύριος ομιλητής. Πέραν του γεγονότος, σημείωσε ο κ. Μαραθεύτης ότι «ο κ. Παυλόπουλος είναι πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας είναι ένας καταξιωμένος καθηγητής Πανεπιστημίου και αποτελεί μεγάλη τιμή για το Πετρίδειο Ίδρυμα που ήταν ο κύριος ομιλητής της εκδήλωσης».
Η εκδήλωση περιλάμβανε χαιρετισμό από τον Δήμαρχο Πάφου Φαίδωνα Φαίδωνος και καλλιτεχνικό πρόγραμμα από το Μουσικό Σχολείο Πάφου.
Γραφείο Τύπου
Πετριδείου Ιδρύματος