Γιαννάκη Λ. Ομήρου
Πρώην Προέδρου Βουλής των Αντιπροσώπων
Στις 16 Αυγούστου συμπληρώθηκαν 63 χρόνια από την ανακήρυξη της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας. Ένα κράτος, που παρά τα υπολείμματα του αποικισμού και τα κηδεμονευτικά επαχθή βάρη, αποτελεί και σήμερα τον θώρακα του λαού μας απέναντι σε ποικιλώνυμους βυσσοδομούντες για την κατάργηση του.
Αυτή η επέτειος υπογραμμίζει τη μέγιστη ευθύνη για προάσπιση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και εν όψει πιθανών εξελίξεων στο Κυπριακό τους προσεχείς μήνες θα πρέπει να υπάρχει ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό το κορυφαίο ζήτημα. Ότι η λύση του Κυπριακού πρέπει να διασφαλίζει τη συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή θα πρέπει να είναι η σταθερή και αδιαπραγμάτευτη θέση της Ελληνικής Κυπριακής πλευράς και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι ενστάσεις ωστόσο που διατυπώνει τόσο ο Τατάρ όσο και η τουρκική ηγεσία για «κυριαρχική ισότητα» και για «δύο κρατικές οντότητες» καταδεικνύουν ότι η τουρκική πλευρά δεν έχει συμφιλιωθεί με την ιδέα αποδοχής μιας νομικής και πολιτικής διατύπωσης που θα διασφαλίζει, πέραν πάσης αμφισβήτησης, τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας και την απόρριψη της θεωρίας της παρθενογένεσης. Αντίθετα με αποδοχή ενός συνομοσπονδιακού μορφώματος, που μάλιστα θα προβληθεί και ως δήθεν υποχώρηση από τουρκικής πλευράς, θα απαιτηθεί η πλήρης διαγραφή – εξαφάνιση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Επειδή η ιστορία είναι αδιάψευστος μάρτυς της διαχρονικής επιδίωξης της Τουρκίας να αμφισβητήσει την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας καλό είναι να ανατρέξουμε στα γεγονότα του 1963-64.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, υιοθέτησε στις 4 Μαρτίου 1964 ένα σημαντικό ψήφισμα, το 186/1964, με το οποίο αναγνωριζόταν πλήρως η νόμιμη Κυπριακή Κυβέρνηση, παρά τις τουρκικές προσπάθειες να αναγνωριστεί διεθνής νομική οντότητα στους Τουρκοκυπρίους, οι οποίοι είχαν αποχωρήσει από τις τρεις συντεταγμένες εξουσίες του Κυπριακού Κράτους. Το ψήφισμα «ζητεί από την Κυβέρνηση της Κύπρου, η οποία έχει την ευθύνη για τη διατήρηση και την αποκατάσταση της τάξης και του Νόμου, να λάβει όλα τα αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα, για να θέσει τέρμα στη βία και την αιματοχυσία στην Κύπρο».
Δηλαδή, αναγνωρίζοντας τη μόνη νόμιμη κυβέρνηση από άποψη Διεθνούς Δικαίου, την Κυβέρνηση του Προέδρου Μακαρίου, την καλεί να ενεργήσει, κατ’ αποκλειστικότητα, για την αποκατάσταση της τάξης που είχε διασαλευθεί από την υποκινηθείσα από την Τουρκία, απόπειρα κατάλυσης του Κυπριακού Κράτους. Παράλληλα, στο ίδιο ψήφισμα, στέλλοντας σαφές μήνυμα προς την Τουρκία «καλεί όλα τα κράτη – μέλη, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους, που απορρέουν από τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, να απόσχουν από κάθε ενέργεια ή απειλή ενέργειας, που θα μπορούσε να επιδεινώσει την κατάσταση στην κυρίαρχη Δημοκρατία της Κύπρου ή να θέσει σε κίνδυνο τη διεθνή ειρήνη».
Το ιστορικό αυτό ψήφισμα που ματαίωσε τη πρώτη απόπειρα κατάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, επαναβεβαιώθηκε, σε ακόμα πιο ισχυρούς τόνους, μετά την παράνομη ανακήρυξη του ψευδοκράτους το 1983. Με τα ψηφίσματα 541 του 1983 και 550 του 1984 όχι μόνο καταδικάστηκε το παράνομο μόρφωμα των κατεχομένων αλλά καλούνται τα κράτη – μέλη να απόσχουν από οποιανδήποτε ενέργεια που θα μπορούσε να του προσδώσει νομιμότητα.
Με βάση τα ιστορικά αυτά γεγονότα αλλά και την επιμονή της τουρκικής πλευράς να απορρίπτει τη λογική της μετεξέλιξης, δεν είναι αρκετό να δηλώνεται ότι η συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας θα διασφαλίζεται από το ότι δεν θα υποβληθεί νέα αίτηση για ένταξη στον ΟΗΕ και την Ε.Ε.Βέβαια η θέση αυτή φαίνεται σχεδόν ξεπερασμένη δεδομένων των εξωφρενικών αξιώσεων Τατάρ και Άγκυρας για «λύση δύο κρατών» και «κυριαρχική ισότητα». Ισχύει όμως απολύτως, σε περίπτωση που ευοδωθούν οι προσπάθειες επανάληψης των διαπραγματεύσεων στη βάση των ψηφισμάτων των Η.Ε.
Θα πρέπει στο Σύνταγμα που θα συμφωνηθεί με τη λύση να αποτυπώνεται με σαφήνεια η συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω μετεξέλιξης της από ενιαίο σε ομοσπονδιακό κράτος.
Αυτό το κεφαλαιώδους σημασίας ζήτημα δεν πρέπει να παροράται. Αντίθετα πρέπει να είναι η ασπίδα και το πιο ισχυρό εφόδιο στη φαρέτρα της επιχειρηματολογίας μας.