Είναι τουλάχιστο οξύμωρο να ακούς τους Βρετανούς να καλούν τα συμβαλλόμενα μέρη να επιδείξουν καλή θέληση στην επίλυση του κυπριακού.
Ο ίδιος ο Βρετανικός παράγοντας, ήταν και παραμένει συμβαλλόμενο μέρος του Κυπριακού προβλήματος. Και αυτός είναι ο ελάχιστος χαρακτηρισμός που μπορεί να τους αποδοθεί, αν συνυπολογίσουμε ότι εδώ και 70, αν όχι και περισσότερα χρόνια, αποτελούν τον βασικό παράγοντα (για να μην πω κηδεμόνα) και το βασικό διαμορφωτή της φυσιογνωμίας του Κυπριακού προβλήματος, όπως τη βιώνουμε τα τελευταίας 50 χρόνια.
Συνεπώς, αν οι ίδιοι επιδείκνυαν καλή θέληση ευθύς εξ αρχής και δεν εφάρμοζαν την πάγια πολιτική του Διαίρει και Βασίλευε τα δεδομένα θα ήταν εντελώς διαφορετικά.
Πιο συγκεκριμένα, αν οι Βρετανοί δεν επιδίωκαν διαρκώς και μεθοδευμένα να επαναφέρουν τις Τουρκικές αξιώσεις της Τουρκίας επί της Κύπρου (τις οποίες η Τουρκία είχε αποποιηθεί με τη Συνθήκη της Λωζάνης), γεγονός που πέτυχαν γύρω στο 1956-1957, η φυσιογνωμία του κυπριακού ζητήματος, πόρρω θα απείχε από την υφιστάμενη.
Στην τελική, αφού η Βρετανία κόπτεται και καλεί σε τρίτο πρόσωπο τους συμβαλλόμενους σε επίδειξη καλής θέλησης, ας δείξει η ίδια τον δρόμο της καλής θέλησης, εγκαταλείποντας επί τέλους τον ρόλο του υποχθόνιου υποβολέα /χαρτογράφου του Κυπριακού. Οποιαδήποτε άλλη σύσταση συνεπάγεται σε εκ του πονηρού επίκληση εγκλωβισμού στις δικές της μεθοδεύσεις.
Του Χάρη Σοφοκλέους