Το δικαίωμα της αρνησικυρίας – veto – στις λειτουργίες της Ε.Ε, έχει από μακρού στοχοποιηθεί από τις μεγάλες χώρες – μέλη της Ε.Ε. Δηλαδή η κατάργηση του, προκειμένου να διευκολύνεται η λήψη αποφάσεων.
Μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε μια εκ βάθρων αναδόμηση του μοντέλου λειτουργίας της. Με παραγνώριση ενός βασικού δεδομένου, ταυτισμένου με την ιδρυτική συνθήκη της Ε.Ε. Ότι δηλαδή ο ιστορικοπολιτικός χώρος «Ευρώπη» είναι ταυτοχρόνως διαμορφωμένος και λειτουργεί με θεμέλιο το εθνικό και πάντως κυρίαρχο κράτος.
Όμως μια τέτοια θεμελιακή αλλαγή στη λειτουργία της, με κατάργηση της ομοφωνίας, ένα εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα, που συνδέεται με την ενωσιακή διαδικασία, παρελθούσα, παρούσα και μελλοντική, δεν μπορεί να εγείρεται περιστασιακά και χωρίς εξαντλητική διαβούλευση στα κορυφαία συλλογικά θεσμικά όργανα. Και χωρίς την βάσανο επί του θέματος σε μια επί τούτου διακυβερνητική διάσκεψη. Αυτό που συνέβη πρόσφατα στο Βερολίνο, προδήλως με πρωτοβουλία των ηγετών των δύο ισχυρών χωρών – μελών, της Γερμανίας και της Γαλλίας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ποσώς, μια σοβαρή και κυρίως αποτελεσματική προσέγγιση του κορυφαίου αυτού ζητήματος. Κάτι που έλαβε χώρα στη Διακυβερνητική Διάσκεψη του 2000. Στις συνεδριάσεις εκείνης της Διακυβερνητικής Διάσκεψης η εικόνα ήταν σαφής. Οι εθνικοί αντιπρόσωποι δέχονται «κατ’ αρχήν» τη μετάβαση από την ομοφωνία (veto) στην ειδική πλειοψηφία, δήλωναν όμως τον κώδικα των θεμάτων για τα οποία το κράτος τους αξίωνε ομοφωνία. Συμπέρασμα; Δεν υπάρχει στην παρούσα φάση, όσο κι’ αν πέρασαν από τότε 23 χρόνια, ετοιμότητα για κατάργηση της ομοφωνίας, τουλάχιστον σε έκταση και βαθμό που θα ακυρώνεται – συρρικνώνεται η εθνική κυριαρχία των κρατών – μελών.
Μια παρένθεση καθ’ όσον αφορά την Κύπρο. Το 2004 η Κυπριακή Δημοκρατία κατέστη μέλος της Ε.Ε. Πως; Με την σαφή προειδοποίηση της Ελλάδας ότι θα ασκούσε veto στην μεγάλη τότε διεύρυνση, αν δεν περιλαμβανόταν και η Κύπρος στις χώρες που θα εντάσσονταν στην Ε.Ε. Ο τότε Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων Απόστολος Κακλαμάνης επανειλημμένως κατέστησε σαφές, ότι το Ελληνικό κοινοβούλιο δεν επρόκειτο να κυρώσει την προσχώρηση νέων μελών στην Ένωση, αν δεν περιλαμβανόταν και η Κύπρος.
Δεν γνωρίζω ποιες είναι οι σκέψεις που κυριαρχούν στα «υψηλά δώματα» των Βρυξελλών, για το θέμα της ομοφωνίας και της ενδεχόμενης κατάργησης της.
Γνωρίζω όμως και είμαι βέβαιος γι’ αυτό, ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι νοητό να συναινέσει σε εγκατάλειψη της ομοφωνίας και την υιοθέτηση ειδικών πλειοψηφιών, τουλάχιστον σε κρίσιμα θέματα, όπως είναι η διεύρυνση, η εξωτερική πολιτική και θέματα ασφάλειας και άμυνας.
Περιττό να τονίσω ότι στο κρίσιμο αυτό ζήτημα, θα πρέπει στη χώρα μας να προηγηθεί ένας ανοικτός δημοκρατικός διάλογος και επίσης η έκφραση της λαϊκής ετυμηγορίας μέσω δημοψηφίσματος.
Του Γιαννάκη Λ.Ομήρου,
Πρώην Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων