Το Τμήμα Αρχαιοτήτων του Υφυπουργείο Πολιτισμού – Deputy Ministry of Culture CY, ανακοινώνει τη λήξη των αρχαιολογικών ερευνών στον Άγιο Γεώργιο της Πέγειας από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, υπό τη διεύθυνση της Joan Breton Connelly, Καθηγήτριας Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Νέας Υόρκης.
Οι έρευνες, που διήρκησαν τρεις μήνες, περιλάμβαναν επισκοπήσεις, ανασκαφές και μελέτη ανασκαφικού υλικού. Οι ανασκαφές επικεντρώθηκαν στο Λιμάνι Μανίκι και στη Γερόνησο, ενώ μελετήθηκαν διεξοδικά τα ευρήματα των ανασκαφών για μελλοντική δημοσίευση.
Το λιμάνι, το νησί της Γερόνησου και η ακτή του ακρωτηρίου Δρέπανον αποτελούν σημαντικές περιοχές της Κύπρου, ιστορικά φορτισμένες και γνωστές για τη φυσική τους ομορφιά και τη βιοποικιλότητά τους. Το μικρό λιμάνι στο Μανίκι είναι σημαντικός τόπος για την κοινότητα της Πέγειας αλλά και για γενεές ψαράδων για τους οποίους ανέκαθεν λειτουργούσε σαν ‘τόπος μνήμης’. Από την Ελληνιστική περίοδο και εξής το Λιμάνι στο Μανίκι λειτουργεί σαν το βασικό ορμητήριο προς το νησί Γερόνησος, ενώ κατά τα Βυζαντινά χρόνια υπήρξε το βασικό λιμάνι που εξυπηρετούσε τη σημαντική Ιουστινιάνεια βασιλική που βρίσκεται στην ακρόπολη του ακρωτηρίου Δρέπανον.
Στις πιο πάνω διεπιστημονικές έρευνες συμμετείχαν επιστήμονες, φοιτητές και φοιτήτριες από ακαδημαϊκά και ερευνητικά ιδρύματα από διάφορες χώρες. Η Δρ. Στέλλα Δεμέστιχα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Ενάλιας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου ανέλαβε τη μελέτη του μεγάλου αριθμού αμφορέων της υστερορωμαϊκής περιόδου, οι οποίοι είχαν απορριφθεί κατά μήκος των ακτών του λιμανιού Μανίκι. Οι περισσότεροι αμφορείς ανήκουν στον υστερορωμαϊκό τύπο (LR1) και φαίνεται να είναι τοπικής παραγωγής. Θραύσματα άλλων τύπων ανήκουν κυρίως σε δύο κατηγορίες υστερορωμαϊκών αμφορέων: οι αμφορείς τύπου Γάζας και οι παλαιστινιακοί αμφορείς (bag-shape type). Οι τύποι αυτοί μπορούν να χρονολογηθούν στον 6ο αιώνα μ.Χ. και μαρτυρούν σημαντικές εμπορικές επαφές με τη νότια Παλαιστίνη κατά τα μέσα του 6ου αι. μ.Χ.
Ο Δρ. Θεοτόκης Θεοδούλου, επικεφαλής της Εφορείας Ενάλιων Αρχαιοτήτων στην Κρήτη και ο Δρ. Αλέξανδρος Τούρτας, από το Πανεπιστήμιο του Αιγαίου ολοκλήρωσαν την παράκτια και υποβρύχια επισκόπησή τους στο λιμάνι Μανίκι και σε όλο το ακρωτήρι Δρέπανον. Η επισκόπηση περιλάμβανε εναέρια χαρτογράφηση της περιοχής και τη δημιουργία τρισδιάστατου (3D) μοντέλου της ακτής από τις Θαλασσινές Σπηλιές μέχρι τον Άσπρο Ποταμό. Μέσα στα πλαίσια των ερευνών αναλκύστηκε από το βυθό της θάλασσας αριθμός λίθινων αγκυρών ενώ καταγράφηκαν δέστρες πλοίων.
Στη Γερόνησο ο Philip Ebeling διεύθυνε ομάδα από το Westfälische Wilhelms-Universität Münster για την φωτογραμμετρική αποτύπωση και την ανασκαφή ενός ιδιαίτερα σημαντικού σωρού από Ελληνιστικά κεραμίδια. Τα κεραμίδια είναι Λακωνικού και Κορινθιακού τύπου και φανερώνουν τη σημασία και το μνημειακό χαρακτήρα που θα είχαν τα κτίρια τα οποία έστεκαν κάποτε στη Γερόνησο. Ο Αρχιτέκτονας Pieter Brouke, Καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης και Αρχιτεκτονικής από το Middlebury College, συνέχισε τη μελέτη των ασβεστολιθικών αρχιτεκτονικών καταλοίπων από τη Γερόνησο.
Η ομάδα από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης ολοκλήρωσε επίσης την ανασκαφή ενός σημαντικού λαξευτού τάφου ο οποίος είχε εντοπιστεί το 2018 στη νεκρόπολη του Μελέτη, περίπου μισό χιλιόμετρο από τον Άγιο Γεώργιο. Ο οικογενειακός αυτός τάφος αποτελεί τον πιο πρώιμο μέχρι στιγμής τάφο στην περιοχή του Μελέτη και ήταν σε χρήση από την ύστερη Ελληνιστική μέχρι τη Ρωμαϊκή περίοδο, περίπου από τον 1ο αι. π.Χ. μέχρι τις αρχές του 4ου αι. μ.Χ.
Ο Δρ. Paul Croft, από το Αρχαιολογικό Ερευνητικό Κέντρο Λέμπας, διεύθυνε την ανασκαφή του τάφου αυτού, ο οποίος περιλαμβάνει κλιμακωτό δρόμο που οδηγεί σε έναν κεντρικό θάλαμο με δύο ταφικές θήκες (loculi) και δύο tetrasolia. Η Καθ. Jolanta Mlynaczyk του Πανεπιστημίου Βαρσοβίας ανέλαβε τη μελέτη των αγγείων (πρόχοι, λάγυνοι, αμφορείς και λύχνοι) από τον τάφο, ενώ η Δρ. Monika Miziolek από το Institute of Mediterranean and Oriental Cultures, Polish Academy of Sciences, μελετά τα μαγειρικά σκεύη της Ρωμαϊκής περιόδου.
Η Δρ. Ευθυμία Νικήτα, Επίκουρη Καθηγήτρια Βιοαρχαιολογίας στο Κυπριακό Ινστιτούτο (STARC) και η ομάδα της συνέχισαν τη μελέτη των ανθρώπινων σκελετικών καταλοίπων του τάφου. Η προκαταρκτική ανάλυση του υλικού δείχνει ότι στον τάφο είχαν ταφεί τουλάχιστον 6 άτομα (5 ενήλικες και 1 έφηβος). Σε μια εσοχή στο τέλος του δρόμου, ακριβώς έξω από το θάλαμο εντοπίστηκαν τα κατάλοιπα 4 βρεφών (μεταξύ των οποίων και ένα έμβρυο).
Ο Αθανάσιος Κουτουπάς και η ομάδα του από το Andreas Pittas Art Characterization Laboratories (APAC Labs) του Ινστιτούτου Κύπρου, ολοκλήρωσαν την αποτύπωση του τάφου στο Μελέτη με τη χρήση τρισδιάστατης σάρωσης και φωτογραμμετρίας.