Η «αναχώρηση» του Γιάννη Μαρκόπουλου δικαίως προκάλεσε πανελλήνια συγκίνηση. Γιατί «φιλοτέχνησε» με τις μουσικές του δημιουργίες τα πάθη, τους καημούς, τις αγωνίες του λαού, των απλών ανθρώπων και μυκτήρισε την αδικία, την καταπίεση και την ανελευθερία.
Αναμφίβολα ο Γιάννης Μαρκόπουλος υπήρξε μια μουσική ιδιοφυΐα. Επιδέξια και περίτεχνα συνδύασε την παραδοσιακή Ελληνική μουσική, ειδικότερα της ιδιαίτερης πατρίδας του Κρήτης, με τα σύγχρονα μουσικά ρεύματα. Και συνεργαζόμενος με «ιερά τέρατα» της ποίησης και της στιχουργικής, όπως ο Μάνος Ελευθερίου, σαγήνευσε το κοινό και ιδιαίτερα τους νέους ανθρώπους. Οι θρυλικές μουσικές του παραστάσεις στην Μπουάτ Λήδρα επί χούντας, έγραψαν ιστορία. Ήμασταν τυχεροί όσοι κοινωνήσαμε εκείνη τη μαγική μέθεξη στη Λήδρα. Που ήταν ουσιαστικά και οι πρώτες μαζικές αντιδράσεις κατά της δικτατορίας. Σε εκείνο τον εμβληματικό χώρο «γεννήθηκαν» φωνές που έμελλε να καθιερωθούν και μερικές να μεσουρανήσουν. Η «θεϊκή» φωνή του Ξυλούρη, η ισάξια του Γαργαρουνάκη, η μελωδική της Λαβίνας, η φωνή του Σταύρου Πασπαράκη με το ξεχωριστό ηχόχρωμα, αλλά και ο κορυφαίος Διακογιώργης στο σαντούρι και το ξυλόφωνο ήταν βασικά ανακαλύψεις και αποκαλύψεις του Μαρκόπουλου. Και οι συντελεστές μιας κατ’ εξακολούθησιν μουσικής πανδαισίας.
Ο Γιάννης Μαρκόπουλος, όπως κατά κανόνα όλοι οι μεγάλοι καλλιτέχνες είχε τις ιδιορρυθμίες, τις απαιτήσεις και τις «εκρήξεις» του. Πάντα πληθωρικός και ασταμάτητα δημιουργικός. Και σε απόσταση «ασφαλείας» από την τρέχουσα κομματική και ιδεολογική κομματική συνάφεια.
Αισθάνομαι ευτυχής γιατί ανταποκρίθηκε θετικά στην πρόσκληση μου να έλθει στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της παρουσίας μου στην Προεδρία της Βουλής και να δώσει μια συγκλονιστική συναυλία στο Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου.
Τα «λόγια και τα χρόνια τα χαμένα» και τα «παραπονεμένα λόγια» θα ηχούν για πάντα ως ύμνοι προς τις άφθορες διαχρονικά αξίες της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Του Γιαννάκη Ομήρου
Πρώην Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων