Μετά τις προεδρικές εκλογές πρέπει να επανέλθει στην επικαιρότητα το θέμα της συμμετοχής της Κύπρου στο Ευρωπαϊκό Συλλογικό Σύστημα Ασφάλειας.
Με τη μόνη μέθοδο που υπάρχει, την υποβολή αίτησης για ένταξη της Κύπρου στο «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη».
Αυτή η θέση δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι εξομοιωνόμαστε με τις θέσεις των Συντηρητικών στην Ευρώπη για μια κηδεμονευόμενη από τις ΗΠΑ Ευρωπαϊκή Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας.
Αντίθετα, στόχος μας είναι η σταδιακή πλήρης απεξάρτηση από την κηδεμονία των ΗΠΑ. Για μια ανεξάρτητη κοινή εξωτερική πολιτική, πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας.
Ούτε αυτή η θέση σημαίνει ότι αποδεχόμαστε την άποψη που εξισώνει τις ευθύνες της αδικοπραγούσας κατοχικής Τουρκίας με τις δήθεν ευθύνες και της Κύπρου που είναι το θύμα και κατοχής για τις δυσκολίες που παρουσιάζονται στις σχέσεις Ε.Ε. – ΝΑΤΟ.
Μια ιστορική αναδρομή καταδεικνύει την ανάγκη άμεσης υποβολής αίτησης για ένταξη στο Συνεταιρισμό για την Ειρήνη.
Η ΚΕΠΠΑ (Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας) και η εκπηγάσασα εξ αυτής αργότερα ΕΠΑΑ (Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας) θεσπίστηκε με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1993 και βασικά εκφράζει τη βούληση της Ε.Ε. να επιβεβαιώσει την ταυτότητα της στη διεθνή σκηνή. Σύμφωνα με την ίδια συνθήκη, η ΚΕΠΠΑ περιλαμβάνει την προοδευτική διαμόρφωση κοινής αμυντικής πολιτικής, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει σε κοινή άμυνα, εφ’ ΄σον το αποφασίσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η ΚΕΠΠΑ αποτελεί τον 3ο πυλώνα της Ε.Ε. (1ος πυλώνας ιθαγένεια – ΟΝΕ και 2ος πυλώνας εσωτερικό δίκαιο και εναρμόνιση).
Στη συνέχεια, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Ιούνιο του 1999 στην Κολωνία, προχώρησε σε αποφάσεις για απόκτηση δυνατότητας ύπαρξης ενόπλων δυνάμεων για σκοπούς διαχείρισης και πρόληψης κρίσεων. Το Δεκέμβριο του 1999 στο Ελσίνκι, το ευρωπαϊκό Συμβούλιο προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, προσδιορίζοντας ένα αριθμητικό πλαίσιο δημιουργίας ευρωπαϊκού στρατού μέχρι το 2003. Στο συμβούλιο της πορτογαλλικής πόλης Φέιρα, τον Ιούνιο του 2000, συναποφασίστηκαν τα στρατιωτικά και πολιτικά όργανα που θα κατευθύνουν πολιτικά και θα έχουν το στρατηγικό έλεγχο των στρατιωτικών επιχειρήσεων της Ένωσης.
Η Ελληνική προεδρία το 2003 είχε το προνόμιο να «πιστωθεί» με το επίτευγμα της ουσιαστικής «γέννησης» της Ευρωπαϊκής Στρατιωτικής Δύναμης (60000 άνδρες και γυναίκες). Στο Συμβούλιο των 25 Υπουργών άμυνας στις 19 Μαΐου του 2003 στις Βρυξέλλες, επί Ελληνικής Προεδρίας, αναγνωρίστηκε και πιστοποιήθηκε η επιχειρησιακή ικανότητα της Ένωσης να διεξάγει επιχειρήσεις στο πλήρες φάσμα των αποστολών που της έχουν ανατεθεί, δηλαδή ανθρωπιστικές και ειρηνευτικές αποστολές τύπου «Πέτεσμπεργκ». Τέτοιες αποστολές ανελήφθησαν και διεκπεραιώθηκαν με επιτυχία στη Βοσνία (αστυνομική αποστολή) στη FYROM και στο Κογκό με αυτόνομη στρατιωτική επιχείρηση, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Στην τελευταία μάλιστα αποστολή είχε και η Κύπρος ενεργό συμμετοχή, με την παρουσία αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς. Συμμετοχή είχε η Κύπρος στην αποστολή στο Νταρφούρ του Σουδάν, στην υπάρξασα εμφύλια διαμάχη.
Η Κύπρος και η Μάλτα, με βάση τα τελικά συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Κοπεγχάγης το Δεκέμβριο του 2002, αποφασίστηκε ότι θα συμμετέχουν στον πυλώνα της ΚΕΠΠΑ μόνο όπου οι επιχειρήσεις δεν θα χρησιμοποιούν υποδομές του ΝΑΤΟ. Κι αυτό γιατί τόσο η Κύπρος όσο και η Μάλτα δεν μετέχουν ούτε στο ΝΑΤΟ, ούτε στο «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη». (ΡΕΡ). Η Μάλτα υπέβαλε σχετική αίτηση. Η συμμετοχή της Κύπρου στην PESCO ουδόλως υποκαθιστά την ανάγκη ένταξης στον «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη».
Μόνη και επιβαλλόμενη διέξοδος συνεπώς είναι η υποβολή άμεσα αίτησης της Κυπριακής Δημοκρατίας για να καταστεί χώρα – μέλος του Συνεταιρισμού για την ειρήνη (PFP) Επειδή στην Κύπρο πικρές και οδυνηρές εμπειρίες του παρελθόντος, σ ότι αφορά το ΝΑΤΟ, είναι δυνατό να δημιουργούν αρνητικούς συνειρμούς, είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν τα εξής:
Ο Συνεταιρισμός για την ειρήνη είναι μεταδιπολιτικός Οργανισμός, που δημιουργήθηκε τον Ιανουάριο του 1994, με στόχο την ενίσχυση της σταθερότητας και της ασφάλειας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Σε αυτόν τον Οργανισμό μετείχαν ή μετέχουν χώρες που δεν είναι χώρες μέλη του ΝΑΤΟ. Τέτοιες χώρες μεταξύ άλλων η Ρωσία, η Αρμενία, αλλά και οι ουδέτερες χώρες της Ευρώπης, δηλαδή η Αυστρία, η Φιλανδία, η Σουηδία και η Ελβετία. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι είναι προς το συμφέρον της Κύπρου η χωρίς άλλη καθυστέρηση υποβολή αίτησης για προσχώρηση ες αυτόν τον Οργανισμό, που θα μας επιτρέψει να συμμετέχουμε απρόσκοπτα στο Ευρωπαϊκό Συλλογικό Σύστημα Ασφάλειας.
Η Κύπρος μπορεί να αναδειχθεί κρίσιμος και κεντρικός παράγοντας δια διαμόρφωση περιφερειακών συνθηκών ασφάλειας. Κάτι που και το σχέδιο Ανάν προσπάθησε να αποκλείσει, προφανώς κατ’ απαίτηση της Τουρκίας, με πρόνοια ότι για συμμετοχή της Κύπρου σε επιχειρήσεις της ΕΠΑΑ θα έπρεπε να προηγηθεί συγκατάθεση της Τουρκίας!
Τελικό συμπέρασμα: Τυχόν εμμονή μας σε παλιές αντιλήψεις, σε παρωχημένες πολιτικές πρακτικές που ανήκουν οριστικά στην ιστορία ενός κόσμου που έχει φύγει, θα ισοδυναμεί με ήττα. Πρέπει να αποτρέψουμε αυτόν τον κίνδυνο με πρωτοβουλίες, με δράση και με αξιοποίηση νέων ευκαιριών και δυνατοτήτων. Θα δεχθούμε η Κύπρος να είναι ευρωπαϊκή χώρα ελλειμματική και δεύτερης κατηγορίας; Η πρόκληση για τη συμμετοχής τη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, με μια κοινή Πολιτική Ασφάλειας και άμυνας, είναι μπροστά μας.
Ας κτίσουμε τη νέα πραγματικότητα γυρνώντας σελίδα.
Σημ.(1) Η Ρωσική Εισβολή στην Ουκρανία ουδόλως αποδυναμώνει την ανάγκη ένταξης της Κύπρου στον «Σ.γ.Τ.Ε». Το αντίθετο.
Σημ.(2) Το ότι ο «Σ.γ.Τ.Ε.» συνδέεται με το ΝΑΤΟ δεν πρέπει να αποτελεί λόγο αποφυγής της ένταξης μας. Από τη στιγμή που συμμετέχουμε στην Ε.Ε δεν είναι νοητή η μη συμμετοχή στους βασικούς πυλώνες πολιτικών της. Άλλωστε αφού ο νέος Πρόεδρος επιδιώκει την πιο ενεργό συνδρομή της Ε.Ε στις προσπάθειες για λύση του Κυπριακού θα ήταν αδιανόητη η επιλεκτική συμπεριφορά μας στη συμμετοχή σε όλες τις πολιτικές της Ένωσης.
Γιαννάκη Λ. Ομήρου
Πρώην Προέδρου της Βουλής Των Αντιπροσώπων