Την ερχόμενη Τρίτη 3 Αυγούστου συμπληρώνονται 44 χρόνια από το θάνατο του πρώτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
44 χρόνια μετά αποτίουμε πρεπόντως και καθηκόντως τον οφειλόμενο φόρο τιμής στον εμβληματικό εθνικό, θρησκευτικό και πολιτικό ηγέτη με την σπάνια και ανεπανάληπτη ακτινοβολία που έδωσε στον Κυπριακό λαό αυτοπεποίθηση και αξιοπρέπεια, αφήνοντας για πάντα τα θετικά του αποτυπώματα και την σφραγίδα του στη δύσβατη πορεία της Κύπρου.
Το «φαινόμενο» Μακάριος, σε άρρηκτη σχέση με τον απελευθερωτικό αγώνα του 55-59 , την εγκαθίδρυση της Κυπριακής ανεξαρτησίας, την ανάδειξη του ως μιας παγκόσμιας φυσιογνωμίας, των τραγικών γεγονότων του 63-64, του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής, έχει διάρκεια μεταθανάτια που παραμερίζει και εκτοπίζει τον χρόνο.
Στην πραγματικότητα ο Μακάριος ως πολιτικός και εθνικός ηγέτης που υπερέβη τα όρια των Κυπριακών συνόρων. Για δεκαετίες αποτέλεσε μια δεσπόζουσα προσωπικότητα σε χώρες και λαούς της Αφρικής, της Ασίας, ασφαλώς της Μέσης Ανατολής και του Αραβικού Κόσμου, της Ινδίας ακόμα και των ΗΠΑ, της Σοβιετικής Ένωσης και της Κίνας, μέχρι τη Λατινική Αμερική.
Η συντριπτική πλειοψηφία του Κυπριακού Ελληνισμού, άνδρες και γυναίκες, νέοι και ηλικιωμένοι τον εμπιστεύτηκαν και τον πίστεψαν.
Ταυτίστηκαν μαζί του, γιατί ένοιωσαν να τους εκπροσωπεί και να τους εκφράζει στο λόγο του και τη μαρτυρική του πορεία για ελευθερία, αξιοπρέπεια, περηφάνεια αλλά και στοργή και μέριμνα για τον απλό άνθρωπο.
Ήταν το δικό τους πρόσωπο, η δική τους φωνή, τα δικά τους οράματα, η προσδοκία και η ελπίδα.
Το διάγγελμα του την ώρα της μεγάλης επίθεσης για τον φυσικό και πολιτικό του αφανισμό είναι χαρακτηριστικό: «Γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Γνωρίζεις ποιος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. ΕΙΜΑΙ ΕΚΕΙΝΟΣ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟΝ ΕΣΥ ΕΞΕΛΕΞΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΗΓΕΤΗΣ ΣΟΥ»
Η δημοκρατική αναφορά, η άρρηκτη σχέση με το λαό που τον νομιμοποιεί ως ηγέτη.
Ο Μακάριος ως πρωταγωνιστής και σημαιοφόρος μιας διαρκούς και δύσβατης πορείας για επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας εν μέσω εξωτερικών συνομωσιών, εσωτερικών υπονομεύσεων και απερίσκεπτων αλυτρωτισμών, ο ηγέτης με το παγκόσμιο κύρος και τη διεθνή ακτινοβολία, έφυγε τρία χρόνια μετά το δίδυμο έγκλημα του 1974.
Ωστόσο 44 χρόνια από το θάνατο του, οι απέλπιδες προσπάθειες για την αποδόμηση του, δεν εγκαταλείπονται από τους ορκισμένους αρνητές και πολέμιους του.
Κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες επιχειρούν να επαναφέρουν ως ξαναζεσταμένο φαγητό, τη θλιβερή θεωρία ότι με τη ομιλία του ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας, μετά το πραξικόπημα, προσκάλεσε δήθεν την Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο. Αποδεικνυόμενοι, ανιστόρητοι και αμνήμονες, αφού όταν εκφωνούσε την ομιλία του ο Μακάριος, η Τουρκία βρισκόταν ήδη καθ’ οδόν προς την Κύπρο. Και διαγράφοντας τα πραγματικά γεγονότα, ότι η χουντική επιχείρηση κατά του Μακαρίου, με το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, έγινε με πλήρη ορατότητα της εξ Ελλάδος εκπόρευσης της. Με την χρησιμοποίηση της ΕΛΔΥΚ και των ηγητόρων της Εθνικής Φρουράς, που ήσαν άπαντες Ελλαδίτες, θλιβερά όργανα της χούντας. Ελληνόφωνοι αλλά όχι Ελληνόφρονες.
Όμως 44 χρόνια από το θάνατο του Μακαρίου, επιχειρούνται και παραμορφώσεις και στρεβλώσεις σε ότι αφορά τις αρχές, τις αξίες και τις πολιτικές στις οποίες πίστευε και τις οποίες υπηρέτησε σε όλη τη διάρκεια της μαρτυρικής του πορείας επικεφαλής του κυπριακού λαού.
Η ακριβής αποτίμηση της πολιτικής φιλοσοφίας στην οποία πίστευε ο Μακάριος και την οποία εφάρμοσε σαν πολιτικός ηγέτης ενέχει μια ιδιαίτερη αξία. Γιατί είναι αξίωμα ότι η απουσία των μεγάλων ιστορικών φυσιογνωμιών γίνεται πιο έκδηλη και αισθητή με τον πάροδο του χρόνου. Στην περίπτωση του Μακάριου αυτό το αξίωμα παίρνει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις καθώς με τους σταθερούς στόχους, την ευέλικτη στρατηγική, τον αγωνιστικό ρεαλισμό αλλά και με το παγκόσμιο κύρος και τη συντριπτική υποστήριξη του λαού, υπήρξε ηγέτης που σφράγισε ανεξίτηλα την ιστορική πορεία της Κύπρου. Αλλά και η σημερινή πραγματικότητα είναι ακόμα υπό την επήρεια και την επίδραση των χειρισμών και της πολιτικής διαχείρισης του Μακαρίου ως Προέδρου της Κύπρου.
Από νωρίς ο Μακάριος αναλύει με πολιτική διορατικότητα τις διεθνείς εξελίξεις και θέτει τα προβλήματα και την προοπτική επίλυσης τους στη βάση αρχών.
Στην ομιλία του στη Διάσκεψη Κορυφής των Αδεσμεύτων το 1961 στο Βελιγράδι, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η ειρήνη τότε μόνο είναι ασφαλής, όταν δεν στηρίζεται απλώς επί της ισχύος των όπλων και της ισορροπίας των δυνάμεων, αλλά επί της δικαιοσύνης, της ελευθερίας και της αυτοδιαθέσεως». «Δεν αποφεύγονται αλλά πολλαπλασιάζονται οι κίνδυνοι οσάκις εφαρμόζονται συμβιβαστικαί λύσεις, μη βασιζόμεναι επί αρχών. Ο συμβιβασμός, δύναται να επιτύχει αναβολήν, αλλά η αναβολή αποτελεί υποθήκευσιν του μέλλοντος».
Αυτό που αναδεικνύεται ως το κορυφαίο διαχρονικό χαρακτηριστικό του Μακαρίου είναι η αγωνιστική του στάση κατά της αποικιοκρατικής δουλείας ενάντια στις εξωτερικές πιέσεις, ενάντια στη χούντα και κατά της προσαρμογής στην τουρκική κατοχή.
Θεμελιακή του υποθήκη παραμένει «ότι δεν θα ξεγράψουμε καμιά γωνιά της κυπριακής γης, ότι κανενός πρόσφυγα δεν θα διαγράψουμε το δικαίωμα επιστροφής».
Τα λόγια του Μακάριου λίγες μόνο εβδομάδες πριν από το θάνατο του, διαγράφουν ανάγλυφα τη θεώρηση του για τη λύση του Κυπριακού και τα όρια των υποχωρήσεων. Ένα εξαιρετικής σημασίας ζήτημα που ενέχει ιδιαίτερη επικαιρότητα.
« Η Ελληνοκυπριακή πλευρά δεν έχει περιθώρια άλλων υποχωρήσεων γιατί έκαμε ήδη πολλές και έφθασε σε όρια που δεν μπορεί να υπερβεί. Και επομένως, οι πολιτικές συνταγές ή συμβουλές περί αμοιβαίων υποχωρήσεων δεν πρέπει να απευθύνονται προς τους Έλληνες Κυπρίους, υποχωρήσεις πρέπει να ζητούνται μονάχα από την τουρκική πλευρά, αν υποχώρηση μπορεί να ονομαστεί στην περίπτωση αυτή η επιστροφή κατακτηθέντων δια στρατιωτικής βίας».
Και απαντώντας ο Μακάριος σε όσους συμβούλευαν ρεαλιστική τάχατες αποδοχή των τετελεσμένων, διακήρυττε στο Όμοδος το 1975: «Πιθανώς να λεχθεί ότι υπάρχουν σήμερον εν Κύπρω τετελεσμένα γεγονότα, τα οποία δεν απογίνονται και δεν ανατρέπονται. Και δεν πρέπει ταύτα να παραγνωρίζονται. Δεν παραγνωρίζομεν, αλλά δεν αναγνωρίζομεν και δεν αποδεχόμεθα και δεν νομιμοποιούμεν δια της υπογραφής μας τετελεσμένα γεγονότα».
Και στο συλλαλητήριο της 20ης Ιουλίου 1976 πρόσθετε: «Η μόνη προσφερόμενη σύντομος λύσις είναι η αναγνώρισις και αποδοχή της «ντε φάκτο» καταστάσεως. Ποία όμως η ωφέλεια εκ της τοιαύτης συντομίας; Μήπως δια να αποφευχθεί η τουρκοποίηση των κατεχομένων εδαφών; Αλλά θα γίνει τότε τη συγκαταθέσει και δια της υπογραφής μας. Μήπως δια να αισθανόμεθα ασφαλείς εις το υπόλοιπον τμήμα της νήσου; Πιστεύω αντιθέτως, ότι η νομιμοποίησης των τετελεσμένων γεγονότων θα διεγείρει την τουρκική βουλιμίαν και θα ενθαρρύνει τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας εις την Κύπρον».
Και με διάγνωση της ταύτισης κινδύνων από τον τουρκικό επεκτατισμό με τον ευρύτερο Ελληνισμό και προβλέποντας την εκδήλωση των θρασύτατων τουρκικών αξιώσεων προχωρούσε στην επισήμανση; «Και τοιαύται εξελίξεις εις την Κύπρον θα έχουν επακόλουθο και εις εκτός Κύπρου χώρους, όπου πετρελαιοφόροι υφαλοκρηπίδες και Τουρκικαί μειονότητες δίδουν εις την Τουρκίαν προσχήματα επεκτατικής πολιτικής».
Είναι προφανές από τις δηλώσεις αυτές αλλά κυρίως από ολόκληρη την πολιτική διαδρομή του Μακάριου ότι το διαχρονικό του μήνυμα υπήρξε η εμμονή σε στόχους και αρχές, η διεκδικητικότητα και η ευέλικτη τακτική, που ωστόσο δεν αναιρεί τις βασικές εθνικές επιδιώξεις. Καμιά προσπάθεια αλλοίωσης, στρέβλωσης και παραμόρφωσης των μηνυμάτων και της πολιτικής φιλοσοφίας και φυσιογνωμίας του δεν μπορεί να τεκμηριωθεί. Καμιά μυθολογία δεν μπορεί να συσκοτίσει αυτή την ολοφάνερη αλήθεια.
Κι όσο κι αν οι αρνητές και οι μηδενιστές απεγνωσμένα επιχειρούν τον αφορισμό και την απαξίωση του, θα αποτυγχάνουν οικτρά.
Γιαννάκη Λ. Ομήρου
Πρώην Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων