Με δέος και σεβασμό επιχειρείται στο ανά χείρας κείμενο η προσέγγιση ωρισμένων, όχι ιδιαίτερα γνωστών, πτυχών του συγκλονιστικού γεγονότος της Επανάστασης του 1821, όπως είναι ο Τύπος εκείνης της περιόδου και ιδίως οι χειρόγραφες εφημερίδες του.
Στο τέλος του άρθρου κρίνεται, αναγκαίο να γίνει συνοπτική αναφορά στην συμμετοχή των Κυπρίων στο όλο εγχείρημα του 1821, ως ένδειξη ελάχιστης τιμής στις θυσίες τους για την απελευθέρωση του Έθνους από την μακραίωνη δουλεία.
Για την καλλίτερη κατανόηση αυτής της συνοπτικής καταγραφής αναφέρονται εδώ μερικά στοιχεία για την επικοινωνία και τα μέσα που την εξυπηρετούν σήμερα[1]. Έτσι, σε αντιπαράθεση με τα μέσα του 1821, θα μπορέσετε εκ του ασφαλούς να εκτιμήσετε τις προσπάθειες των πρωτοπόρων του παρελθόντος.
Είναι γνωστόν, ότι η επικοινωνία είναι ζωτικής σημασίας για τον σύγχρονο κόσμο, γιατί παρέχει την βάση για την κατανόηση και στη συνέχεια για την συνεργασία μεταξύ των ατόμων[2] των ομάδων, των λαών.
Για να έχουμε σωστή επικοινωνία είναι απαραίτητες τρεις κυρίως, προϋποθέσεις:
– Τεχνικά μέσα προσιτά.
– Νόμοι, ήθη, έθιμα, που θα διέπουν την χρησιμοποίησή τους.
– Πρόσωπα, που θα αναλάβουν επαγγελματικά την ικανοποίηση των αναγκών επικοινωνίας των άλλων.
Βέβαια, παρά την ικανοποίηση και των τριών αυτών προϋποθέσεων, είναι ενδεχόμενο να μην υπάρχει δυνατότητα άρτιας επικοινωνίας για άλλους λόγους.
Τα μέσα που εξυπηρετούν σήμερα τις ανάγκες μαζικής επικοινωνίας στις Δημοκρατικές Πολιτείες, έχουν βελτιωθεί και πολλαπλασιασθεί λόγω της αλματώδους εξελίξεως της τεχνολογίας. Ακόμη, έχουν μία διπλή υπόσταση: είναι αφ΄ενός «εμπορικό» και αφ΄ετέρου «κοινωνικό» προϊόν. Αυτά ισχύουν σήμερα.
Πώς ήταν όμως η κατάσταση στον τομέα της επικοινωνίας στον Ελλαδικό χώρο πριν από 200 χρόνια;
«Δεν είναι ώρα να εξετάσωμεν εάν έγινε η Επανάστασις (του 1821) εις αρμόδιον καιρόν, μήτε αν οι Αρχηγοί αυτής έκαναν τα πρέποντα… Αλλά ας ίδωμεν τι συμφέρει κατά το παρόν να κάμνωμεν… Φροντίσατε να συστήσετε υπέρτατην Διοίκησιν… ήτις να διασαλπίση τον σκοπόν μας… Οι εξ Ευρώπης Ομογενείς έφεραν μαζί των τυπογραφίας, συστήσατε λοιπόν αμέσως εφημερίδας εις διάδοσιν ειδήσεων… Δια των εφημερίδων και των Ιεροκηρύκων εμπορείτε να εξάψετε γενικόν ενθουσιασμόν…».
Αυτά γράφει[3] σε μία από τις πρώτες επιστολές του, προς τον Νεόφυτο ΒΑΜΒΑ, ο Αδαμάντιος ΚΟΡΑΗΣ (1748 – 1833) συγκλονισμένος από το επαναστατικό μήνυμα του 1821.
Ο Τύπος όμως είχε απασχολήσει πολύ ενωρίτερα τους Έλληνες, ιδίως της Διασποράς.
Ενδεικτική αναφορά:
Η πρώτη ελληνική εφημερίδα[4] εκδόθηκε στην Βιέννη μεταξύ Απριλίου – Μαΐου 1784, υπό του Ελληνος Λογίου Γεωργίου ΒΕΝΔΟΤΗ ή Βεντότη, εκ Ζακύνθου. Δεν πρέπει να αγνοηθεί το γεγονός, ότι και άλλοι, πριν από τον ΒΕΝΤΟΤΗ, προσπάθησαν με αιτήσεις τους προς το Υπουργείο της Αστυνομίας της Αυστροουγγαρίας να πάρουν προνόμια, άδειες εκδόσεως εφημερίδων, αλλά δεν τα κατάφεραν.
Η εφημερίδα ήταν εβδομαδιαία, αλλά είναι άγνωστος ο τίτλος της. Δεν έχει σωθεί κανένα αντίτυπο. Η έκδοσή της σταμάτησε τον Ιούλιο του 1784 ύστερα από τουρκικά διαβήματα προς τον Αυστριακό Πρεσβευτή στην Τουρκία, επειδή η εφημερίδα κυκλοφορούσε και στην Ελλάδα και μάθαιναν οι Έλληνες τις ενέργειες της τουρκικής κυβερνήσεως. Και τούτο φυσικά δεν συνέφερε στους Τούρκους, οι οποίοι δεν είχαν και σε μεγάλη εκτίμηση την τυπογραφία[5].
Τέσσερα χρόνια μετά την παύση της εφημερίδος του ΒΕΝΤΟΤΗ αρχίζουν και πάλι διαβήματα διαφόρων Ελλήνων (Δημήτριος ΘΕΟΧΑΡΙΔΗΣ, 1788) προς τις αρχές της Βιέννης για να επιτύχουν προνόμιο, δηλαδή άδεια για την έκδοση εφημερίδων.[6]
Τελικά είναι οι αδελφοί ΜΑΡΚΙΔΑΙ ΠΟΥΛΙΟΥ Πούμπλιος και Γεώργιος, οι οποίοι θα εκδώσουν στην Βιέννη την δεύτερη ελληνική εφημερίδα με τον τίτλο Εφημερίς, την 31η Δεκεμβρίου 1790. Η Εφημερίς παύθηκε από τις Αυστριακές Αρχές τον Ιανουάριο του 1798.
Την 1η Ιανουαρίου 1811 εκδόθηκε από τον Διδάσκαλο του Γένους Άνθιμο ΓΑΖΗ, στην Βιέννη επίσης, η δεκαπενθήμερη εφημερίδα Λόγιος Ερμής. Η έκδοση διεκόπη περί τα τέλη του έτους 1814 αλλά ο Λόγιος Ερμής επανεκδόθηκε το 1816 από τους Θεόκλητο ΦΑΡΜΑΚΙΔΗ και Κώστα ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ, μέχρι την 1η Μαΐου 1821.
Το 1811 εκδόθηκε, επίσης στην Βιέννη μία νέα ελληνική εφημερίδα με τίτλο Ειδήσεις δια τα Ανατολικά Μέρη. Εκδότης της εφημερίδος αυτής, η οποία κυκλοφορούσε κάθε Τρίτη και Παρασκευή, ήταν ο Ιωσήφ ΧΑΛΛ, Λογοκριτής ελληνικών βιβλίων και γενικός Διευθυντής Λυκείου στη Βιέννη, ο οποίος χρησιμοποίησε την σχετική άδεια, που έλαβε το 1807. Υπεύθυνος όμως για την σύνταξή της ήταν ο εκ Μακεδονίας Ευφρόνιος Ραφαήλ ΠΟΠΟΒΙΤΣ.
Η εφημερίδα άλλαξε τίτλο την 3η Ιανουαρίου 1812 μετονομασθείσα σε: Ελληνικός Τηλέγραφος, ενώ νέος διευθυντής ανέλαβε ο ιατρός Δημήτριος ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ εκ Τυρνάβου Θεσσαλίας, ο οποίος κατά διαστήματα εξέδιδε και παράρτημα του Ελληνικού Τηλεγράφου, τον Φιλολογικόν Τηλέγραφον. Ο Ελληνικός Τηλέγραφος, συνέχισε την έκδοσή του μέχρι το 1829 ή κατ΄άλλους μέχρι το 1836.
Η τελευταία χρονολογικά εφημερίδα που εκδόθηκε στην Βιέννη προ της Επαναστάσεως του 1821 είναι η Καλλιόπη του Αθανασίου ΣΤΑΓΕΙΡΙΤΟΥ, εκ Μακεδονίας. Το πρώτο φύλλο της κυκλοφορήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1819. Ήταν δεκαπενθήμερη με 8 συνήθως σελίδες, η δε δομή και το ύφος της προσεγγίζει προς τον Λόγιον Ερμήν, υστερούσα όμως σε φιλολογική βαρύτητα και αξία.
Η Καλλιόπη παύθηκε την 15η Μαΐου 1821, γιατί ο εκδότης της αρνήθηκε να συμμορφωθεί προς την αξίωση της Αυστριακής Αρχής να δημοσιεύσει τις εγκυκλίους του Πατριάρχου κατά του Υψηλάντου.
Όμως εφημερίδες ελληνικές εκδόθηκαν το 1819 και στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Στο Παρίσι: η Αθηνά την 28η Φεβρουαρίου 1918 ως εφημερίς περιοδική, φιλολογική, επιστημονική, πολιτική και εμπορική. Διέκοψε την έκδοσή της την 15η Μαΐου 1819. Η Μέλισσα, φιλολογική εφημερίς ελληνική, του Σ. ΚΟΝΔΟΥ, η οποία συνέχισε την έκδοσή της μέχρι το 1821. Στο Λονδίνο, εξ άλλου, εκδόθηκαν το 1819, οι εφημερίδες Ίρις ή Τα Νυν Ελληνικά και το Μουσείον, του οποίου εκδότης ήταν ο Π. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ.
Όλες αυτές οι εφημερίδες, όπως αναφέρει ο Κωνσταντίνος ΠΑΠΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ «έφεραν εις πνευματικήν επαφήν τους διεσκορπισμένους Έλληνας εθεμελίωσαν την μεταξύ των εθνικήν αλληλεγγύην και αμοιβαίαν κατανόησιν, εμόρφωσαν πνεύματα, εσκόρπισαν και εζωογόνησαν, με θαλπωρήν τον σπόρον της ελευθερίας διέδωσαν την παιδείαν, ως απαραίτητον προϋπόθεσιν, δια να επανακτήση η Ελλάς την αρχαίαν της άλκην και δόξαν αφύπνισαν τας ψυχάς και ανέφλεξαν τας καρδίας, ετοιμάσασαι το γένος δια την μεγάλην απόφασιν του Σηκωμού».[7]
Και όταν ήρθε η ώρα του Σηκωμού, όλη αυτή η δραστηριότητα των ελληνικών κύκλων της διασποράς σταμάτησε, με μόνη εξαίρεση την εφημερίδα Ελληνικός Τηλέγραφος. Και οι εκδότες, συντάκτες και συνεργάτες των φύλλων αυτών είτε ανέλαβαν νέες πρωτοβουλίες στη Δύση, είτε κατέβηκαν στην Ελλάδα να πάρουν μέρος στον Αγώνα, φέρνοντας μαζί τους και την εκδοτική πείρα, αλλά και πολύτιμα τυπογραφικά σύνεργα.[8]
Όμως ακόμη δεν είχαν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες, ούτε υπήρχε η δυνατότητα για την έκδοση έντυπων φύλλων. Έτσι, μόνη λύση παρέμεινε η έκδοση χειρογράφων εφημερίδων. Και τελικά αυτή η λύση ακολουθήθηκε για να εκδοθούν συνολικά 3 χειρόγραφες εφημερίδες.
Με λίγα λόγια η διαδικασία για την έκδοση χειρογράφων εφημερίδων, που ακολουθήθηκε ήταν η εξής: Ο εκδότης του φύλλου (Αξιωματικός του Στρατού, Δημοδιδάσκαλος, Ιερεύς, απλός Πολίτης ή Αξιωματούχος του Κράτους) συνέλεγε το υλικό του από προφορικές διηγήσεις, από στοματικήν πληροφορίαν ή από επιστολές φίλων και συνεργατών. Ύστερα έγραφε ο ίδιος τα πρώτα ή περισσότερα φύλλα, που τα αντέγραφαν άλλοι και με απεσταλμένους, τους πεζοδρόμους, τα έστελναν στα γύρω χωριά και στις πόλεις. Εκεί τα φύλλα διαβάζονταν ή αντιγράφονταν πάλι και έτσι όλο και περισσότεροι μάθαιναν τα νέα[9].
Η πρώτη χειρόγραφη εφημερίδα εκδόθηκε στο Γαλαξείδι. Ένα φύλλο της που σώθηκε έχει ημερομηνία 27 Μαρτίου 1821. Ο πρώτος που έγραψε γι΄αυτήν είναι ο Κωνσταντίνος ΣΑΘΑΣ[10]. Η εφημερίδα ωνομάσθηκε και Ψευτοεφημερίδα και Ψευτοφυλλάδα «δια τας εν αυτή γραφομένας τερατολογίας και ανυπόφορα ψεύδη».
Στο φύλλο που σώθηκε αναγράφονται ειδήσεις για την Επανάσταση παραποιημένες ή φανταστικές. Αλλά, γραμμένα αυτά τα κείμενα «με τρόπο που μπορούσαν να μπαίνουν όχι μόνο στο μυαλό, αλλά και στην καδιά των Ανθρώπων, διατυπωμένα κιόλας έτσι που να μη μπορεί να αμφισβητηθεί εύκολα ή εγκυρότητά τους, σίγουρα θα έπαιρναν… διαστάσεις και προεκτάσεις μυθικές»[11]….
Ο Κ. ΣΑΘΑΣ γράφει σχετικά: «Οι αποτελούντες την Επαναστατικήν Επιτροπήν Γαλαξιδίου, δυσφορούντες επί τη απραξία των άλλων επαρχιών, επενόησαν εύλογον το τέχνασμα εις εξανάγκασιν των δισταζόντων και ενθάρρυνσιν των μαχομένων, έγγραφον δηλαδή εφημερίδα δια της οποίας εβεβαίουν πάντας περί των συμπαθειών και ενεργειών της Ευρώπης, ιδία δε εις μεν τους Πελοποννησίους διεκοίνουν τας εν τη Στερεά μάχας εις δε τους Στερεοελλαδίτας τας εν Πελοποννήσω, τερατωδώς επί το πλείστον παραμορφούντες τα πράγματα…».
Πάντως, φαίνεται πως η εφημερίδα του Γαλαξειδίου επηρέαζε τους τοπικούς πληθυσμούς και «μεγάλως επενήργησε επί των πνευμάτων τυφλώς πιστευομένη υπό του Λαού».
Από την εφημερίδα αυτή, που δυστυχώς οι Συντάκτες της παραμένουν άγνωστοι, διαβάστε τώρα μία είδηση και κρίνετε μόνοι σας (μια και γνωρίζετε τα πραγματικά περιστατικά) για την ακρίβεια των στοιχείων της:
«Σήμερα μας ήρθαν ειδήσεις από σημαντικά πρόσωπα της πόλης και του Μορέως και μας λένε το πώς οι Ρούσσοι επέρασαν τα Μπαλκάνια και τραβάνε ντρίτα στην Πόλη. Το στράτευμα θα ήναι 200.000 της στερηάς και 100.000 του πελάγου (Νο 300.000). Η αρμάτα 8 βατσέλα τριπόντιδες και φριγάδες 24 (Νο 32). Οι Τούρκοι τραβιώνται στην πέρα πάντα».
Η δεύτερη χειρόγραφη εφημερίδα, η Αιτωλική, κυκλοφορήθηκε την 10η Αυγούστου 1821 στο Μεσολόγγι. Από την αρίθμηση και χρονολόγηση των φύλλων της φαίνεται, ότι δεν εκδίδονταν κατά τακτά διαστήματα, αλλά όταν υπήρχαν ειδήσεις για ανακοίνωση ή άλλοι λόγοι. Πόσα φύλλα εκδόθηκαν τελικά είναι άγνωστο. Δεν αναφέρεται, αλλά συνάγεται ασφαλώς ότι η Αιτωλική εκδίδονταν από την Διοίκηση.
Κατά τον Σπυρ. ΛΑΜΠΡΟ[12] ο Νικόλ. ΛΑΥΡΙΩΤΗΣ έγραψε το πρώτο φύλλο της εφημερίδος, βοηθούμενος πιθανόν και από άλλους, και κατόπιν το φύλλο αντιγράφονταν.
Και στην Αιτωλική υπάρχουν ειδήσεις, που δεν ανταποκρίνονται στα πράγματα. Αναγράφονται όμως με μετριοπάθεια και όχι με τον τρόπο, που παρουσίαζε τα νέα η εφημερίδα του Γαλαξειδίου. Η ειδησεογραφία της Αιτωλικής κάλυπτε τα πολεμικά γεγονότα στην ξηρά και στην θάλασσα και παρέχει μία πολύ καλή εικόνα των πολεμικών επιχειρήσεων στην Ήπειρο και στην Στερεά, καθώς και για τις διαπραγματεύσεις Αλβανών και Ελλήνων για κοινή αντιμετώπιση των Τούρκων. Εξ άλλου, σε δημοσιευόμενα ποιήματα υμνείται ο Αθανάσιος ΔΙΑΚΟΣ και επαινούνται άλλοι Έλληνες πολεμιστές.
Η τρίτη στη σειρά χειρόγραφη εφημερίδα της Επαναστάσεως του 1821, ο Αχελώος, (Εφημερίς Πολιτική της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος), εκδόθηκε στο Βραχώρι (Αγρίνιο) την 24η Φεβρουαρίου 1822.
Μπορεί να ονομασθεί πρόδρομος των επίσημων κυβερνητικών φύλλων, γιατί πέρα από τις ειδήσεις, δημοσίευε Θεσπίσματα και Αποφάσεις της Γερουσίας της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος.
Συντάκτης του Αχελώου ή υπεύθυνος έκδοσής του, πρέπει να ήταν ο Νικόλαος ΛΟΥΡΙΩΤΗΣ. Άλλως τε κάτω από τον τίτλο της εφημερίδος διαβάζει κάποιος «εις όλα τα εις την εφημερίδα ταύτην εμπεριεχόμενα Δημόσια Ψηφίσματα, αντιγεγραμμένα όντα εκ των πρωτοτύπων του αρχιγραμματείου της Επικρατείας, χρεωστάται παρά πάντων ή προσήκουσα υποταγή. Ο Αρχιγραμματέας Νικόλαος ΛΟΥΡΙΩΤΗΣ»[13].
Όπως διαπιστώνεται όλες οι χειρόγραφες εφημερίδες εκδόθηκαν στην Στερεά Ελλάδα, αλλά δημοσίευαν ειδήσεις και από άλλες περιοχές.
Μ΄αυτές τις χειρόγραφες εφημερίδες, ο Λαός ενημερώνονταν, ενθουσιάζονταν, απογοητεύονταν και συνέχιζε τον Αγώνα, θυσιάζοντας τα αγαθά του και την ζωή του για την Πατρίδα, πλάι σε Έλληνες της Διασποράς, όψιμους Οπλαρχηγούς, Πολιτικούς Ταγούς, Φιλέλληνες και, βεβαίως, ενίοτε, εντός κλίματος διχόνοιας…
Μόλις άρχισε η Επανάσταση του 1821 ο Δημήτριος ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ[14] μετέφερε μαζί του ένα «πλήρες» τυπογραφείο που χρησιμοποιήθηκε για την έκδοση της εφημερίδας «Σάλπιγξ Ελληνική» τον Αύγουστο 1821 στην Καλαμάτα, με Διευθυντή τον Αρχιμανδρίτη Θεόκλητο ΦΑΡΜΑΚΙΔΗ, και με τον οποίο ο Δ. ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ διεφώνησε έντονα για θέματα «ελευθεροτυπίας», και αποτέλεσμα να παραιτηθεί ο Θ. ΦΑΡΜΑΚΙΔΗΣ και να διακοπεί η έκδοση της εφημερίδας!
Από το 1825 με την συνδρομή του Ελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου η Ελλάδα «πλημμύρισε» από τυπογραφεία και άρχισε η έκδοση εφημερίδων σε πολλές πόλεις της Ελλάδος, όπως η «Γενική Εφημερίς» στο Ναύπλιο, τα «Ελληνικά Χρονικά» στο Μεσολόγγι, η «Εφημερίς των Αθηνών», στην Αθήνα κ.ά., με την συνήθη κατάσταση έντονων δια του Τύπου πολιτικών αντιπαραθέσεων, (ενίοτε για χάριν της αντιπαράθεσης….)[15], με αποτέλεσμα ο Κυβερνήτης Ι. Α. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ να εκδώσει «Εν Ναυπλίω τη 1η Μαΐου 1831» το υπ΄αρ. 2085 Ψήφισμα κανονίζον τα του Τύπου, προβλέπον άδεια έκδοσης, προληπτική λογοκρισία κ.ά….
Ενώ αυτά ετεκταίνονται στην Ηπειρωτική Ελλάδα στην θαλασσοφίλητη Κύπρο, «απώτερο προμαχώνα του Ελληνισμού στην Ανατολική Μεσόγειο»[16], τα ανήσυχα τέκνα της δεν διστάζουν να μετάσχουν σε επαναστατικές απελευθερωτικές κινήσεις, όπως πχ. στην επαναστατική ομάδα των Συνεργατών του ΡΗΓΑ ο Ιωάννης ΚΑΡΑΤΖΑΣ από την Λευκωσία του στραγγαλίστηκε μαζί τους στο Πύργο Νεμπόϊζα του Βελιγραδίου μεταξύ 13 και 24 Ιουνίου 1798 και τα σώματά τους πετάχθηκαν στον Δούναβη…
Ακολουθεί συνοπτική και ενδεικτική αναφορά για την σημαντική και ποικίλη Κυπριακή συμμετοχή στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 (με την ελπίδα ότι ο υπογράφων θα έχει την δυνατότητα να επανέλθει επί του θέματος στο μέλλον).
Κατ΄αρχάς, αναφέρονται εδώ οι εκ Κύπρου καταγόμενοι Επίσκοποι ΦΙΛΟΘΕΟΣ της Δημητσάνας (εξέπνευσε σε φυλακή της Τρίπολης πριν από την απελευθέρωσή της το 1821), Αθανάσιος ΚΑΡΥΔΗΣ, συνεργάτης του Πατριάρχη ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ του Ε΄, που κρεμάσθηκε από τους Τούρκους τον Απρίλιο 1821, ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ[17], Μητροπολίτης Κυρηνείας (1816 – 1821), ο οποίος καρατομήθηκε από τους Οθωμανούς κ.ά..
Με την έκρηξη της Επανάστασης, χίλιοι τουλάχιστον Κύπριοι από την Κύπρο και από άλλες χώρες έσπευσαν ως Εθελοντές στην ηπειρωτική Ελλάδα για να πολεμήσουν. Ο αριθμός δεν είναι ευκαταφρόνητος, σε σχέση με τον τότε πληθυσμό της Μεγαλονήσου.
Όλοι αυτοί είχαν παράλληλα στο νου τους, και την απελευθέρωση της Κύπρου και εργάζονταν γι΄αυτήν. Πολλοί σκοτώθηκαν, άλλοι έμειναν στην Ελλάδα και όσοι επέστρεψαν στην Κύπρο αντιμετώπισαν ποικίλλα διοικητικά προβλήματα.
Παρά ταύτα, με την πάροδο του χρόνου το επαναστατικό μήνυμα από την ηπειρωτική Ελλάδα διαδόθηκε στην Κύπρο από Κύπριους Λόγιους, όπως ο Επαμεινώνδας ΦΡΑΓΚΟΥΔΗΣ, Απόφοιτος της Ιονίου Ακαδημίας, ο οποίος τύπωσε στην Αθήνα και διένειμε στην Κύπρο προκηρύξεις καλώντας τον Λαό της Κύπρου σε επανάσταση…[18]
Τους ίδιους καιρούς, «Επαναστατικές» δράσεις εκδηλώθηκαν κατά περιόδους στην Κύπρο σε επίπεδο εθνικό, περιφερειακό και τοπικό, παρά το ολιγάριθμο των κατοίκων στο τελευταίο[19], με αυταπάρνηση, γενναιότητα και μεγαλωσύνη, την οποία εξύμνησαν σπουδαίοι Κύπριοι Λογοτέχνες, Ποιητές, Καλλιτέχνες.
[1]Βλ. Κ. Γ. ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ: Τα περί Τύπου Διοικητικά μέτρα. Β΄ έκδ. Αθήναι, 1983, σ. 9.
[2]Βλ. Κ. Γ. ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ: Μεθοδολογία της Προβολής. Η δημοσιότητα. 15η έκδ. Αθήναι, 2018, σ. 26
[3]Αδ. ΚΟΡΑΗ: Επιστολαί. Εκδ. Ν. Δαμαλά. Αθήναι, σ. 663 – 666.
[4]Βλ. Κ. Θ. ΠΑΠΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ: Φρούρια Ελευθερίας. Αθήναι, 1971, σ. 13, 78.
[5]ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΕΧΝΗΣ. Αθήναι, 1955, σ. 151 – 154. ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ ΦΥΛΛΑ. Αθήναι, Νοεμβρ. 1958, σ. 170-171, (έγγραφα Αυστριακών Αρχών, δημοσιευθέντα υπό Γ. ΛΑΪΟΥ).
[6]Βλ. Γ. ΛΑΪΟΥ: Ο ελληνικός τύπος της Βιέννης 1784 – 1821. Αθήναι, 1969, σ. 21.
[7]Βλ. Κ.Θ. ΠΑΠΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ: Φρούρια Ελευθερίας, Αθήναι, 1971, σ. 67.
[8]Βλ. ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ (ΕΡΜΗΣ): Ο Τύπος στον Αγώνα. Επιμέλεια: Αικ. ΚΟΥΜΑΡΙΑΝΟΥ. Αθήναι, 1971, τ. Α΄, σ. Θ΄.
[9] Αικ. ΚΟΥΜΑΡΙΑΝΟΥ: ενθ’ αν., σ. ιθ΄.
[10]Βλ. Κ. ΣΑΘΑ: Επιστολή Περιοδ. ΠΑΝΔΩΡΑ, 1969, τ. 19, σ. 214 επ.
[11]Βλ. ΤΑΚΗ ΛΑΠΠΑ: Ρουμελιώτικος τύπος 1821 – 1880: Αθήναι, 1959, σ. 12.
[12]Σπ. ΛΑΜΠΡΟΥ: Χειρόγραφες εφημερίδες του Αγώνος. ΝΕΟΣ ΕΛΛΗΝΟΜΝΗΜΩΝ, Α΄, Αθήναι, 1904, σ. 450 έπ.
[13]Βλ. Δ. ΜΑΡΓΑΡΗ: Οι χειρόγραφες εφημερίδες του 1821. Ημερολόγιον το Ελληνικόν. Αθήναι, 1929, σλ. 132 επόμ.
[14]Βλ. Σπ. ΜΕΛΑ: Ο ερχομός του ΥΨΗΛΑΝΤΗ. Εφημερίς ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ. Αθήναι, 12 Νοεμβρίου 1930.
[15]Βλ. Γενικά στοιχεία στο Απόστ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗ: Τα πιεστήρια και τα Τυπογραφεία έφθασαν στην Ελλάδα πριν από τα πυρομαχικά. Αθήναι, 1971.
[16]Βλ. την σημαντική καταγραφή του Γιώργου ΓΕΩΡΓΗ: Η συμβολή της Κύπρου στους Αγώνες και την Πρόοδο του Έθνους. Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών: Σειρά: ΚΥΠΡΙΑΚΑ, Τόμος Α΄, Ανάτυπο. Αθήναι, 1989, σ. 73, 76.
[17]Βλ. Κωστή ΚΟΚΚΙΝΟΦΤΑ: Ο Εθνομάρτης Μητροπολίτης Κυρηνείας ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ (1816 – 1821). Αποστ. ΒΑΡΝΑΒΑΣ, Επίσημο περιοδικό της Εκκλησίας Κύπρου. Περ. Γ΄, τ. ΝΘ΄, Λευκωσία, Φεβρουάρ. 1998, τεύχ. 2, σ. 37 επόμ.
[18]Βλ. Γιώργης ΓΕΩΡΓΗΣ: Ενθ΄αν., σ. 79.
[19]Βλ. μεταξύ άλλων: Χριστ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ: ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ: Τιτουλάριος Επίσκοπος Τριμυθούντος εκ Γιόλου. Κωνσταντινούπολη, περίοδος 1821 – 1859. Πάφος, Μάϊος 2014, σ. 5. Εμμ. ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ: Η Κύπρος εις τον Αγώνα του 1821. Αθήναι, 1971.
Του κ. Κωνστ. ΓΕ. ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
Καθηγητού Πανεπιστημίου ΝΕΑΠΟΛΙΣ, Πάφος,
Καθηγητού Προγρ. Σπ. Πανεπ. Αθηνών,
Ομοτ. Καθηγητού ΠΑΝΤΕΙΟΥ Π.Κ.Π.Ε.,
Ex Ch, L. U. L., Bruxelles, Ex. Int. I.I.A.P., Paris,
Δικηγόρου, Παρ. Α.Π., Σ.τ.Ε., Ελ. Σ., Δικ. Ε.Ε. και Σ. τ. Ευρ.,
Κατόχου Τιμητ. Διακρ. LE PRIX EUROPEEN DES 12 ETOILES