Η προεκλογική διαδικασία πλησιάζει στο τέλος της.
Εν μέσω πανδημίας και όλων των συνεπειών της, ο πολίτης γίνεται θεατής αλλά και δέκτης μηνυμάτων από τους υποψηφίους, σε μια προσπάθεια να περάσουν τις θέσεις τους και να πείσουν για την ορθότητά τους, με τελικό στόχο να διεκδικήσουν την ψήφο κυρίως των αναποφάσιστων ψηφοφόρων.
Εν μέσω αυτού του καταιγισμού μηνυμάτων, οι πολίτες καλούνται να διακρίνουν τις προτάσεις που ξεχωρίζουν και που υποστηρίζονται από σοβαρά επιχειρήματα, που οδηγούν σε λύσεις. Παράλληλα όμως, θα πρέπει να μετρήσουν εκείνους τους πολιτικούς που όχι μόνο με τον λόγο τους, αλλά, κυρίως με τις πράξεις τους, παρέχουν αξιοπιστία και τα εχέγγυα να ανταποκριθούν μετά τις εκλογές της 30ης Μαΐου και να τιμήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στο πρόσωπο τους.
Η διαδικασία επιλογής κομματικού σχηματισμού και υποψηφίου είναι εύκολη, εάν τα κριτήρια μας ως ψηφοφόρων είναι αντικειμενικά και δεν καθοδηγούνται με γνώμονα τις διαπροσωπικές και μόνον σχέσεις. Έτσι προκύπτει το ζήτημα του «άριστου» και του «αρεστού», που είναι μεγάλη συζήτηση και ανάλυση.
Η καθεμία, ο κάθε υποψήφιος βουλευτής μπορεί να αποτιμηθεί μέσα από την συνολική και μέχρι σήμερα δράση και συμμετοχή του στα κοινωνικά δρώμενα. Τότε θα μπορεί να κριθεί ορθά και να κερδίσει την ιερή ψήφο των ενεργών πολιτών, που δημοκρατικά θα αξιολογήσουν την εκπροσώπησή του στο νέο Κοινοβούλιο και θα καθορίσουν έτσι το μέλλον της πατρίδας, όπως και της Πάφου μας.