Με την ευκαιρία της γιορτής του Αγίου Μακαρίου στις 19 Ιανουαρίου ο τέως Ηγούμενος της Μονής Χρυσορρογιατισσας Διονύσιος αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές για την διάσωση εικόνων.
«Στο παρόν άρθρο μου επιθυμώ να αναφερθώ στους θησαυρούς της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου που μετά το πραξικόπημα και την τούρκικη εισβολή μετεφέρθησαν στην Ιερά Μονή της Τροοδίτισσας, από τους πραξικοπηματίες. Μετά που τους μετέφεραν εκεί θυμήθηκαν εμένα, που τότε ήμουν φιλοξενούμενος στην Ιερά Μονή του Αγίου Νεοφύτου από τον τότε Ηγούμενο της Μονής και σήμερα Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ. κ. Χρυσόστομο τον Β΄. Μέσω, λοιπόν, του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου με κάλεσαν να παρουσιαστώ υπό την ιδιότητα του Συντηρητή έργων τέχνης στην Ιερά Μονή Τροοδίτισσης με ένα βοηθό μου. Σαν βοηθό πήρα μαζί μου τον Αχιλλέα Αχιλλέως, υπάλληλο μου στο Κέντρο Συντήρησης Εικόνων και Χειρογράφων, στην Τρεμετουσιά. Όλα αυτά έγιναν μετά από συνεννόηση με τον νόμιμο τότε τοποτηρητή του Αρχιεπισκοπικού θρόνου Μητροπολίτη Πάφου Χρυσοστόμου Α΄. Από μέρους της Πολιτείας κλήθηκε στη Μονή ο ειδικός Συντηρητής του Τμήματος Αρχαιοτήτων Ανδρέας Φαρμακάς, επίσης με ένα βοηθό του. Μετά που εξασφαλίσαμε χώρους διαμονής και διατροφής για δύο μήνες, αρχίσαμε το έργο για το οποίο μας κάλεσαν εκεί.
Πρώτο μέλημα μας ήταν η σωστή τοποθέτηση τόσον των εικόνων, όσο και των πινάκων στους χώρους που φιλοξενούνταν. Μετά από αυτό ακολούθησε η ετοιμασία καταλόγων και ο καθαρισμός από τις σκόνες όλων των εκθεμάτων . Ευτυχώς που ήρθε και ο κ. Φαρμακάς γιατί χωρίς αυτόν εγώ δεν θα μπορούσα να κάνω τίποτα. Κι ο λόγος ήταν απλός. Γιατί φεύγοντας από τη Μονή του Αγίου Σπυρίδωνα κι ερχόμενος στις ελεύθερες περιοχές, δεν μπόρεσα να φέρω τίποτα μαζί μου. Αντίθετα, ο κ. Φαρμακάς ήταν πανέτοιμος με όλο τον εξοπλισμό του. Έτσι χωρίς να έχουμε προβλήματα στο έργο μας αρχίσαμε το έργο συντήρησης .Αυτό που κάναμε από την αρχή ήταν να καθαρισθούν όλα από τις σκόνες. Έπειτα άρχισε το έργο δημιουργίας καταλόγων των πινάκων με τα μεγέθη τους και η συντήρηση μικρών φθορών σε αυτούς ως επίσης και η σωστή τοποθέτησή τους στους χώρους που φιλοξενούνταν. Το ίδιο έγινε μετά και με τις εικόνες. Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου είναι βλήμα σφαίρας πραξικοπηματιών που υπήρχε στο φωτοστέφανο εικόνας του Χριστού της συλλογής της Χωρεπισκοπής Αρσινόης, που βρισκόταν εκεί για έκθεση στο εξωτερικό, έργο του ΙΕ’ αιώνα. Η εικόνα αυτή βρίσκεται τώρα στο Βυζαντινό Μουσείο της Χωρεπισκοπής Αρσινόης, μετά που αφαιρέθηκε το βλήμα. Αυτό που αφήσαμε μετά την συντήρηση ήταν μόνο η φθορά στο μέτωπο από τη σφαίρα για να την βλέπουν οι επισκέπτες του Μουσείου. Αυτό το πράγμα με λύπησε πολύ γιατί στη ζωή μου συντήρησα πολλές εικόνες που ήσαν στο νησί μας επί τουρκοκρατίας και σε καμιά περίπτωση δεν βρήκα αυτού του είδους φθορά.
Προτού όμως προχωρήσω στα υπόλοιπα καλό είναι να αναφερθώ και στην επίσκεψη μου, μετά από εντολή του μ. Αρχιεπισκόπου στο υπνοδωμάτιο του και στο προσωπικό του γραφείο. Το τι αντίκρυσα και στα δύο ήταν απερίγραπτο. Μπαίνοντας στο υπνοδωμάτιο του όλο το πάτωμα ήταν γεμάτο με βαμβάκια κρεβατιού πάνω στο οποίο φαίνεται έπεφταν οι όλμοι. Πάνω από το προσκέφαλο του κρεβατιού του είχε ο μ. Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ένα τρίπτυχο του ΙΔ΄ αιώνα με τις αγιογραφημένες παραστάσεις της Γέννησης του Χριστού, της Σταύρωσης του Χριστού και της Ανάστασης του Χριστού. Από το κτύπημα του όλμου ή των όλμων η ωραία αυτή εικόνα καταστράφηκε ολοσχερώς. Κι εδώ χάριν της ιστορίας λέγω ότι μάζεψα όλα τα κομμάτια τα οποία και φύλαξα σε ένα κιβώτιο χάρτινο που το έδειξα σε ένα αντρόγυνο Ιταλών Καθηγητών μου , κ. ΜΟΡΑ, που στάθμευσαν τότε στην Κύπρο, καθ’ οδόν προς την Ιορδανία. Η εντολή που πήρα από τους καθηγητές μου ήταν να την κάψω, πράγμα που έκαμα. Κι αξίζει εδώ να αναφέρω ότι οι δύο καθηγητές μου πήγαιναν στην Ιορδανία για πρόγραμμα της ΟΥΝΕΣΚΟ.
Μετά την επίσκεψη μου στο υπνοδωμάτιο , πέρασα στο προσωπικό γραφείο του μ. Αρχιεπισκόπου . Τα όσα είδα και εδώ δεν περιγράφονται, αυτό που είδα και δεν μου άρεσε , ήταν η εικόνα της Παναγίας της Μακεδονίτισσας, ΙΗ΄ αιώνα, που βρισκόταν πάνω από το προσωπικό του γραφείο. Η εικόνα αυτή ευτυχώς, δεν εβλήθη από τις σφαίρες, αλλά έπαθε σοβαρές ζημιές στα χρώματα, από τους σουβάδες του τοίχου, που χτυπούσαν από τις σφαίρες και με πίεση εκσφενδονίζονταν στα χρώματα της εικόνας. Η εικόνα αυτή μετά από μια προσεκτική συντήρηση αποκατεστάθη και επανατοποθετηθεί στη θέση της.
Μετά που τελειώσαμε τους καταλόγους, το ξεσκόνισμα και άλλες επείγουσες εργασίες τόσο στις εικόνες όσο και στους πίνακες, λόγω του ότι άρχιζε το κρύο στη Μονή, επικοινώνησα τηλεφωνικώς με τον νυν Αρχιεπίσκοπο Κύπρου και τότε Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αγίου Νεοφύτου, κατά πόσο θα μπορούσαμε να μεταφέρουμε εκεί τον πολιτιστικό αυτό θησαυρό της Εκκλησίας. Ο λόγος που προτίμησα αυτή τη λύση, η οποία και έγινε αποδεκτή ήταν ότι οι κλιματολογικές συνθήκες στην Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου ήταν οι καλύτερες και οι χώροι αποθήκευσης και φύλαξης ιδανικοί. Αυτό που θυμούμαι είναι ότι για τη μεταφορά στην Ιερά Μονή του Αγίου Νεοφύτου όλου αυτού του πολιτιστικού θησαυρού της Εκκλησίας χρειάσθηκαν τέσσερα φορτηγά αυτοκίνητα.
Σθεναρή η φιλία με τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο.
Εν τω μεταξύ, με τον τότε Ηγούμενο και νυν Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ. κ. Χρυσόστομο είχαμε και έχουμε άριστες σχέσεις. Κι εδώ, χάριν της ιστορίας αναφέρω ότι ευρισκόμενος στη Μονή του Αγίου Σπυρίδωνα, μου έφερε εκεί τον τότε μοναχό και έπειτα Αρχιμανδρίτη ΧαρίτωναΕγκλειστριώτη, που ειδίκευσα στη συντήρηση χειρογράφων και παλαιών εντύπων κειμένων, όπως επίσης και στην βιβλιοδεσία. Ο μ. πατήρ Χαρίτων έφυγε και αυτός από τη Μονή μετά την εντολή της εκκένωσης της Τρεμετουσιάς. Εγώ μετά την προσφυγιά έμεινα ένα βράδυ στη Λάρνακα στο σπίτι ανεψιάς μου και στη συνέχεια στην γενέτειρά μου Κέδαρες σαν φιλοξενούμενος στα σπίτια του μ. αδελφού μου Χρύσανθου και των αδελφών μου μ. Ειρήνης και Ιφιγένειας. Κι εκεί που σκεπτόμουνα που θα πάω να μονάσω ήλθε στις Κέδαρες ο νυν Μακαριώτατος και τότε Ηγούμενος της Μονής του Αγίου Νεοφύτου, με παρέλαβε από το χωρίο μου και με μετέφερε στην Μονή του Αγίου Νεοφύτου. Σαν φιλοξενούμενος έμεινα στη Μονή μέχρι τις 8 Οκτωβρίου που ανέλαβα την Ηγουμενία της Ιεράς Μονής Χρυσορρογιατίσσης.
Στο διάστημα αυτό της παραμονής μου στην Ιερά Μονή του Αγίου Νεοφύτου, καθημερινό θέμα συζήτησης μεταξύ μας ήταν οι εικόνες και πίνακες της Ιεράς Αρχιεπισκοπής. Συζητώντας το θέμα αυτό υπέβαλα την πρόταση ίδρυσης στη Μονή πρόχειρου εργαστήριου συντήρησης εικόνων και πινάκων, πρόταση μου έγινε αποδεκτή από τον τότε Ηγούμενο. Συζητώντας το θέμα αργότερα και μετά από μια καλή ενημέρωση που του έκαμα για αυτό το θέμα, πήρε την απόφαση, οι δύο μας να επισκεφθούμε την Ρώμη για την αγορά εργαλείων, φαρμάκων, βερνικιών και άλλων για την λειτουργία συντήρησης εικόνων και έντυπων κειμένων. Μετά από μια εποικοδομητική συζήτηση που είχα με τον τότε Ηγούμενο, αποφασίσαμε όπως μεταβούμε στη Ρώμη για την αγορά και προμήθεια όλων των σχετικών για την συντήρηση. Ο τότε Ηγούμενος νυν Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος, συμφώνησε μαζί μου ότι η Ρώμη είναι η ιδανική πόλη για την προμήθεια όλων των σχετικών για την συντήρηση. Επειδή δεν ήθελα το ταξίδι αυτό να γίνει μόνο για τη Ρώμη, εισηγήθηκα όπως μεταβούμε στη Ρώμη μέσω Γιουγκοσλαβίας για να δει και ο Μακαριώτατος την Ιταλία από την Βενετία μέχρι την Νάπολη της Ιταλίας, πρόταση που έγινε αποδεκτή. ‘Έτσι κάναμε το ταξίδι με το τρένο. Από τη Θεσσαλονίκη, που μείναμε ένα βράδυ με τρένο πήγαμε στο Βελιγράδι. Εκεί μας ανέμενε ένας Κύπριος φοιτητής , ο οποίος μας πήρε στο ξενοδοχείο. Μετά που τακτοποιηθήκαμε εκεί μας πήρε να προσκυνήσουμε στον Πατριαρχικό Ναό του Βελιγραδίου. Μετά που προσκυνήσαμε πήγαμε στο Πατριαρχείο , που εκείνη την στιγμή ήταν κλειστό. Κτυπήσαμε το κουδούνι οπόταν ήλθε ένας κληρικός, που μας ρώτησε από πού είμαστε. Απαντώντας του είπαμε ότι είμαστε από την Κύπρο και θα θέλαμε να δούμε τον Πατριάρχη. Ο κληρικός μας είπε τότε να περιμένουμε. Μετά από λίγα λεπτά ήλθε και μας ρώτησαν αν είμαστε του Μακαρίου. Απαντώντας του είπαμε <<Μάλιστα είμαστε του Μακαρίου>> και εισήλθαμε αμέσως στο Πατριαρχικό Μέγαρο, όπου ο Πατριάρχης μας δέχθηκε στο ιδιαίτερο γραφείο του. Μετά από μια συζήτηση που είχαμε για τις σχέσεις των δύο Εκκλησιών, αποχωρήσαμε πλήρως ικανοποιημένοι από την επίσκεψη. Την επόμενη πήγαμε από το Βελιγράδι με τρένο στη Βενετία, όπου φθάσαμε το απόγευμα. Πήγαμε στο ξενοδοχείο όπου μείναμε δύο βράδια . Όπως είναι γνωστό σπούδασα στην Ιταλία, όπου έμεινα στη Ρώμη για τέσσερα χρόνια . Έτσι στην χώρα αυτή δεν είχαμε πρόβλημα γλώσσας. Στη Βενετία μείναμε δύο βράδια. Εδώ ξενάγησα τον τότε Ηγούμενο νυν Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσόστομο Β΄ στα αξιοθέατα της Πόλης. Είδαμε το Ναό του Αγίου Μάρκου, την Μαρκιανή Βιβλιοθήκη, το Βυζαντινό Μουσείο της Πόλης. Περπατήσαμε στην Πόλη ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας τις γέφυρες που είναι κατασκευασμένες με τέτοιο τρόπο ώστε να περνούν από κάτω οι γόνδολες. Μετά που περπατήσαμε στην Πόλη και είδαμε όλα τα αξιοθέατα της, αναχωρήσαμε για την Φλωρεντία , την πόλη αυτή της Τέχνης. Κι εδώ μείναμε δύο βράδια. Κι άξιζε γιατί η πόλη αυτή θεωρείται σαν η πόλη της ζωγραφικής, της γλυπτικής και της αρχιτεκτονικής . Μετά τη Φλωρεντία κατεβήκαμε στη Ρώμη, που ήταν η πόλη του ενδιαφέροντός μας. Στην πόλη αυτή μείναμε τρεις μέρες. Εκτός από την επίσκεψη μας σε καταστήματα για αγορά εργαλείων , φαρμάκων, βερνικιών, χρωμάτων , συντηρητικών κ.α. για το εργαστήρι συντήρησης που θα κάμναμε στη Μονή, ερχόμενοι στην Κύπρο.
Εργαστήρι συντήρησης στην Μονή Αγίου Νεοφύτου
Ερχόμενος στην Κύπρο , οργάνωσα, με την άδεια του τότε Ηγούμενο νυν Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσόστομο Β΄ εργαστήρι συντήρησης στην Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου. Όλοι εκείνοι οι θησαυροί της Ιεράς Αρχιεπισκοπής πέρασαν από τα χέρια μου και τα χέρια του βοηθού μου. Προτεραιότητα συντήρησης ήσαν πρώτα οι εικόνες της προτίμησης του μ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Από το εργαστήρι του Μοναστηριού πέρασαν επίσης και όλες οι εικόνες και οι πίνακες, προτού μεταφερθούν στη Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου.
Εν τω μεταξύ, προτού μεταφερθούν οι εικόνες και οι πίνακες στην Αρχιεπισκοπή, είχε προηγηθεί έκθεση Εικόνων στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα. Σε άρθρο της σε εφημερίδας των Αθηνών , η δημοσιογράφος Λένα Δουκίδου γράφει : ΄΄Μέσα από τα έργα αυτά τέχνης εκφράζεται η αδιάσπαστη ιστορική ενότητα του ελληνικού χώρου, που δεν αντέχει σε άλλες συρρικνώσεις ΄΄ λέει ο Άγγελος Δεληβοριάς.
‘’Το αξιοθαύμαστο’’ , συνεχίζει, “είναι πως την επόμενη κι όλας της καταστροφής, είχε αρχίσει το και το έργο της αναστηλώσεως των κομματιασμένων καλλιτεχνικών και εθνικών κειμηλίων. Τα τραύματα από τις σφαίρες, τα σπασίματα, έχουν, πάνω στις εικόνες, επουλωθεί. Το ότι βρέθηκαν άνθρωποι με κουράγιο για τέτοια εργασία, μέσα σε τέτοιες άγριες ώρες, δίνει το μέτρο της αντοχής του λαού: Την ακατάβλητη εσωτερική δύναμη, την αντοχή, την ζυμωμένη με μιαν εσωτερική αισιοδοξία, που αποτελεί φυλετικό γνώρισμα…”.
Με τις ελληνικές βυζαντινές εικόνες της, η Κύπρος ήρθε στην Αθήνα. Αξίζει να την δούμε. Κι εδώ αξίζει να αναφέρω ότι ο άγνωστος συντηρητής με κουράγιο για τέτοια εργασία μέσα σε τέτοιες άγριες ώρες , δεν ήταν άλλος από μένα. Κι έτσι οι έπαινοι και τα συγχαρητήρια ανήκουν σε μένα, τον άγνωστο συντηρητή.
Με τον ερχομό του μ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ από το Λονδίνο, μου παραχωρήθηκε διαμέρισμα στην Αρχιεπισκοπή Κύπρου, όπου πήγαινα από την Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου, κάθε Κυριακή απόγευμα και επέστρεφα στην Πάφο την Τετάρτη το βράδυ. Τότε δίδασκα στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου, στο Τμήμα Αρχειακού Βιβλιογραφικού Υλικού. Το μάθημα που δίδασκα ήταν ΄΄ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ΄΄. Στο ίδιο Τμήμα δίδασκαν επίσης ο κ. Πέτρος Στυλιανού, ο μ. Ανδρέας Μαλέκκος και ο τότε Διευθυντής του Κυβερνητικού Τυπογραφείου. Στο Τμήμα αυτό , όπως είναι γνωστό, φοιτούσαν κρατικοί υπάλληλοι, που ήσαν υπεύθυνοι για την φύλαξη βιβλίων και Αρχείων. Όπως είναι γνωστό , μαζί με το πτυχίο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και των άλλων της συντήρησης των εικόνων και Χειρόγραφων, είχα και πτυχίο Βιβλιοθηκονομίας , διεθνώς αναγνωρισμένο, της Σχολής του Βατικανού. Στις 5 Απριλίου 1975, συνήλθε η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου με την νέα την σύνθεση . Με την έναρξη των εργασιών της συνόδου ο μ. Αρχιεπίσκοπος με πρότεινε σαν νέο Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου, πρόταση που έγινε αποδεκτή από όλους τους Συνοδικούς. Όπως είναι γνωστό χρέη γραμματέως και της Ιεράς Συνόδου εκτελούσε ο γραμματέας στην Αρχιεπισκοπή Ανδρέας Μιτσίδης. Αυτή η θέση με χαροποίησε γιατί αυτό σήμαινε ότι ήμουν άνθρωπος της εμπιστοσύνης του. Σε αυτή τη θέση παρέμεινα μέχρι το Δεκέμβριο του 1977, με τη ψήφιση τότε του νέου Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Κύπρου.