ΤΟΥ ΔΡΟΣ ΙΩΣΗΦ ΜΟΥΤΗΡΗ*
Ο κάθε αμερόληπτος παρατηρητής διαπιστώνει εύκολα πως η κατάσταση στα δημόσια γενικά νοσοκομεία της χώρας, δεν είναι η καλύτερη. Στην ουσία από την ημέρα της «αυτονόμησης», τα γενικά νοσοκομεία δεν είδαν άσπρη μέρα. Η κατάσταση επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο από την ημέρα εφαρμογής της πρώτης φάσης του ΓεΣΥ, η οποία συνοδεύτηκε με αποχώρηση γιατρών από τα δημόσια νοσοκομεία για να ενταχθούν ως ιδιώτες στο ΓεΣΥ, με κατά πολύ μεγαλύτερες απολαβές απ´ ότι στο δημόσιο.
Εκτιμάται πως μέχρι σήμερα έχει αποχωρήσει το 30% του ιατρικού δυναμικού από τα δημόσια νοσοκομεία, και έχει αντικατασταθεί περίπου μόνο το ένα τρίτο των γιατρών που αποχώρησαν. Εκτιμάται επίσης πως μέχρι τον Ιούνιο 2020, ημερομηνία έναρξης της δεύτερης φάσης του ΓεΣΥ, θα αποχωρήσει άλλο ένα 20% των γιατρών του δημοσίου.
Η υπόσχεση και δέσμευση της Πολιτείας πως, της αυτονόμησης και του ΓεΣΥ θα προηγείτο σημαντική βελτίωση στην υποδομή και στον εξοπλισμό στα δημόσια νοσοκομεία, δεν τηρήθηκε.
Δικαιολογημένα οι γιατροί αισθάνονται απογοητευμένοι από το Υπουργείο και από την Κυβέρνηση γενικά.
Ο ΟΚΥπΥ, ο οργανισμός που ανέλαβε τη διοίκηση των νοσοκομείων, έχει τα δικά του προβλήματα. Ο γενικός διευθυντής παύθηκε πριν λίγο καιρό, δημιουργώντας ερωτηματικά που έμειναν αναπάντητα. Ο πρόεδρος παραιτήθηκε νωρίτερα σήμερα για «προσωπικούς λόγους». Οι τρεις τοπικοί εκτελεστικοί ανέλαβαν να διοικήσουν 2-3 νοσοκομεία ο καθένας με τις γνωστές δυσκολίες που σχετίζονται με τον θρυμματισμό του ενδιαφέροντος. Η ανάγκη για διορισμό εκτελεστικού διευθυντή σε κάθε γενικό νοσοκομείο είναι επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε.
Ποιό το μέλλον λοιπόν των δημόσιων νοσοκομείων;
Εγκαινιάζοντας χθες το ιδιωτικό επεμβατικό καρδιολογικό εργαστήρι στο νοσοκομείο Κυανούς Σταυρός της Πάφου, ο Υπουργός Υγείας είπε πως «το Υπουργείο Υγείας επικροτεί και ενθαρρύνει τέτοιες πρωτοβουλίες, όπως τη δημιουργία Τμήματος Επεμβατικής Καρδιολογίας του Νοσοκομείου Άγιος Γεώργιος και Κυανούς Σταυρός.»
«Ενέργειες όπως αυτή», συνέχισε, «ενισχύουν την ποιότητα των υπηρεσιών για τον κύπριο ασθενή, o οποίος από την 1η Ιουνίου του 2020 θα έχει ελεύθερη επιλογή να αποταθεί όπου χρειάζεται για να λάβει θεραπευτική αγωγή».
Ακολούθως ερωτήθη για την «απουσία αντίστοιχου κέντρου επεμβατικής καρδιολογίας στο Γενικό Νοσοκομείο Πάφου, για να απαντήσει πως, «αυτό είναι θέμα του ΟΚΥπΥ».
Από τις πιο πάνω δηλώσεις του κ. Κ. Ιωάννου είναι φανερό πως το Υπουργείο δίνει αυτή την περίοδο μεγαλύτερη σημασία στα ιδιωτικά παρά στα δημόσια νοσοκομεία και ότι αποστασιοποιείται από τα προβλήματα στο δημόσιο νοσοκομείο, μεταθέτοντας τις θεσμικές του ευθύνες σε ένα άλλο οργανισμό, τον ΟΚΥπΥ.
Η διεύθυνση όμως του ΟΚΥπΥ είναι διορισμένη από το Υπουργικό Συμβούλιο κατόπιν εισήγησης του ίδιου. Συνεπώς δεν είναι ορθό να τηρεί αποστάσεις.
Οι συντεχνίες προειδοποιούν για κατάρρευση των δημόσιων νοσοκομείων εδώ και πολύ καιρό και ζητούν αποτελεσματικά μέτρα για να σταματήσει η φυγή των γιατρών. Πολύ λίγο εισακούονται όμως από την επίσημη πλευρά, η οποία δίνει την εντύπωση πως ροκανίζει το χρόνο μέχρι της εφαρμογής της δεύτερης φάσης του ΓεΣΥ, όπου ευελπιστεί πως με την ένταξη των ιδιωτικών νοσοκομείων θα μειωθεί η σημαντικότητα και ο ρόλος των δημόσιων.
Αυτό όμως, κατά την άποψη μου, θα ήταν τραγικό λάθος.
Το Κράτος οφείλει να στηρίξει τα δημόσια νοσοκομεία ως τη ραχοκοκκαλιά του νέου συστήματος υγείας. Οφείλει, έστω και καθυστερημένα, να τα εξοπλίσει κατάλληλα πριν τον Ιούνιο 2020, για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό των ιδιωτικών νοσοκομείων. Οφείλει να προσφέρει κίνητρα στους γιατρούς που παρέμειναν για να αναχαιτίσει τις παραιτήσεις. Οφείλει να βελτιώσει τη δομή και την επάρκεια των νοσοκομειακών κλινικών και τμημάτων.
Το Υπουργείο γνωρίζει τι πρέπει να κάνει.
Το ερώτημα είναι κατά πόσο έχει την διάθεση και την πρόθεση να σώσει τα δημόσια νοσοκομεία.
Εαν όχι, τότε πολύ φοβάμαι πως το εγχείρημα του νέου συστήματος υγείας δεν θα μπορέσει να στεριώσει και ότι η κατάρρευση των δημόσιων νοσοκομείων θα συμπαρασύρει και το σύστημα υγείας.
MD, MSc, PhD, FESC
Β. Διευθυντής Καρδιολογικής Κλινικής ΓΝ Πάφου
Κλινικός Καθηγητής Ιατρικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.