Η παγκόσμια διάθεση για Συγχωνεύσεις και Εξαγορές (Σ&Ε) φτάνει σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο τετραετίας εν μέσω γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων.
- Το 46% των στελεχών παγκοσμίως σχεδιάζουν να προχωρήσουν σε εξαγορές τους επόμενους 12 μήνες
- Ορισμένα στελέχη επιλέγουν να παγώσουν τις συγχωνεύσεις και τις εξαγορές λόγω κανονιστικής, εμπορικής και δασμολογικής αβεβαιότητας όπως το Brexit – αλλά το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ο δεύτερος δημοφιλέστερος επενδυτικός προορισμός
- Ισχυρές οι μακροπρόθεσμες προοπτικές – νέες πηγές ιδιωτικών κεφαλαίων τροφοδοτούν τον ανταγωνισμό
Παρά το γεγονός ότι το 2018 ενδέχεται να καταγράψει μια από τις υψηλότερες επιδόσεις ως προς τον αριθμό των παγκοσμίων συγχωνεύσεων και εξαγορών (Σ&Ε), η διάθεση για εξαγορές βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα τετραετίας. Τα σχέδια για συμφωνίες κινούνται σε υποτονικά επίπεδα εν μέρει λόγω των αυξανόμενων γεωπολιτικών ανησυχιών, σύμφωνα με την 19η έκδοση της εξαμηνιαίας έρευνας της ΕΥ, Global Capital Confidence Barometer (CCB), που καταγράφει τις απόψεις 2.600 στελεχών από 45 χώρες. Καθώς η αυξανόμενη κανονιστική αβεβαιότητα και τοι συνεχιζόμενες εμπορικές και δασμολογικές διαπραγματεύσεις – συμπεριλαμβανομένου του διαλόγου για το Brexit και της εμπορικής διαμάχης μεταξύ ΗΠΑ και Κϊνας – επηρεάζουν τη διάθεση για Σ&Ε, το 46% των ερωτηθέντων αναφέρουν το ρυθμιστικό περιβάλλον και την πολιτική αβεβαιότητα ως τους μεγαλύτερους δυνητικούς κινδύνους για την επίτευξη συμφωνιών κατά τους επόμενους 12 μήνες. Μόνο το 46% σχεδιάζουν τώρα να προχωρήσουν σε εξαγορές μέσα στους επόμενους 12 μήνες, ποσοστό χαμηλότερο από το 56% του περασμένου χρόνου.
Ωστόσο, οι προοπτικές για Σ&Ε και τα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη παραμένουν ισχυρά, με το 90% των ερωτηθέντων να αναμένουν, ότι η παγκόσμια αγορά Σ&Ε θα βελτιωθεί και το 9% να εκτιμούν ότι θα παραμείνει σταθερή κατά τους επόμενους 12 μήνες. Η πλειοψηφία των στελεχών (85%) πιστεύουν, ότι οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης βελτιώνονται, ενώ μόνο το 2% εκτιμούν, ότι η βραχυπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα θα μειωθεί και το 2% προβλέπουν την επιδείνωση των επιδείνωση των αποτιμήσεων των μετοχών.
Ο Steve Krouskos, EY Global Vice Chair – Transaction Advisory Services, λέει:
«Οι γεωπολιτικές, εμπορικές, και δασμολογικές αβεβαιότητες έχουν ωθήσει ορισμένα στελέχη να διακόψουν το σχεδιασμό Σ&Ε. Παρά τα υψηλότερα από τις προσδοκίες κέρδη του πρώτου εξαμήνου και την αδιαμφισβήτητη στρατηγική ανάγκη για συμφωνίες, μπορούμε να περιμένουμε ότι η χρονιά θα τελειώσει με την αγορά των Σ&Ε πολύ ασθενέστερη απ’ ό,τι ξεκίνησε. Τα καλά νέα είναι ότι οι εταιρείες πιθανώς να εκλάβουν την ανάπαυλα αυτή ως ευκαιρία να επικεντρωθούν στην ενσωμάτωση των πολλών συμφωνιών που έχουν δρομολογηθεί τους τελευταίους 12 μήνες. Το πιθανότερο είναι, ότι η κατάσταση αυτή αποτελεί μια παύση κι όχι μια διακοπή των δραστηριοτήτων. Τα θεμελιώδη μεγέθη και η στρατηγική λογική για τις συμφωνίες παραμένουν ισχυρές κι η επιθυμία για εξαγορές και συγχωνεύσεις είναι πιθανό θα αυξηθεί κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2019».
Ο Στέλιος Δημητρίου, Συνέταιρος και Επικεφαλής Συναλλακτικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της EY Κύπρου, λέει:
«Οι αβεβαιότητες στην παγκόσμια αγορά, η αύξηση του προστατευτισμού και οι γεωπολιτικές εξελίξεις, όπως το Brexit, επηρεάζουν αναπόφευκτα τις συγχωνεύσεις και εξαγορές σε τοπικό επίπεδο, καθώς βασίζονται κυρίως στις άμεσες ξένες επενδύσεις. Ωστόσο, η σταθεροποίηση και η ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας, η συνεχής ανάπτυξη και η αναβάθμιση από όλους τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης, επηρεάζουν θετικά την επενδυτική δραστηριότητα στην Κύπρο, η οποία αναμένεται να αναπτυχθεί περεταίρω, μόλις επιστρέψει η κινητικότητα στην διεθνή αγορά συγχωνεύσεων και εξαγορών».
Οι διαπραγματεύσεις για το Brexit κυριαρχούν στις σκέψεις των στελεχών
Τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων για το Brexit βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής όλων των στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα. Το 41% αναφέρουν, ότι μια Οικονομική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου, όπως αυτή της Ελβετίας, είναι το προτιμώμενο αποτέλεσμα των συζητήσεων μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), ενώ το 22% θα προτιμούσαν το μοντέλο συμφωνίας του Καναδά για το ελεύθερο εμπόριο. Μόνο το 5% των στελεχών παγκοσμίως προτιμούν ένα δεύτερο δημοψήφισμα για τη συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ ενώ ένα ελαφρώς υψηλότερο ποσοστό (6%) προκρίνουν ένα αποτέλεσμα που θα βασίζεται στους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Η έρευνα επισημαίνει επίσης τον αντίκτυπο του Brexit σε σχέση με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Το 43% των ερωτηθέντων δηλώνουν, ότι είναι λιγότερο πιθανό να αγοράσουν χρηματοπιστωτικά προϊόντα και υπηρεσίες από παρόχους που εδρεύουν στο Λονδίνο, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο φύγει από την ΕΕ.
Παρά τη συνεχιζόμενη διεθνή εμπορική και δασμολογική αβεβαιότητα, πολλές επιχειρήσεις εξακολουθούν να σχεδιάζουν διασυνοριακές διαπραγματεύσεις για να μετριάσουν τον πιθανό αντίκτυπο, με το 20% των στελεχών να εστιάζουν περισσότερο σε διεθνείς ευκαιρίες, περιλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου, που αποτελεί το δεύτερο προτιμώμενο προορισμό για εξαγορές και συγχωνεύσεις παγκοσμίως, ανεβαίνοντας από την πέμπτη θέση της έκθεσης του Απριλίου του 2018. Συνολικά, οι πέντε κορυφαίοι επενδυτικοί προορισμοί σύμφωνα με τα στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα είναι οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς, η Γερμανία και η Γαλλία.
Ο Krouskos λέει: «Πολλές εταιρείες επιδιώκουν Σ&Ε για να μετριάσουν τον πιθανό αντίκτυπο των εμπορικών και δασμολογικών πολιτικών, να εξασφαλίσουν πρόσβαση στις αγορές και να προστατεύσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού. Όλοι οι κορυφαίοι προορισμοί για εξαγορές και συγχωνεύσεις είναι χώρες με εμπορικές αβεβαιότητες, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι επιχειρήσεις που σχεδιάζουν συμφωνίες προσπαθούν ενεργά να ξεπεράσουν τις πιθανές γεωπολιτικές διαταραχές».
Η βελτιστοποίηση του χαρτοφυλακίου έρχεται στο προσκήνιο ως απάντηση στις αβεβαιότητες
Ο αυξανόμενος κίνδυνος του μετασχηματισμού που επιφέρει η τεχνολογία, των γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων και των συνεχώς μεταβαλλόμενων προτιμήσεων των καταναλωτών ωθεί τα στελέχη να επανεξετάζουν τα χαρτοφυλάκιά τους πιο συχνά. Ένας αυξανόμενος αριθμός στελεχών (40%) αναθεωρούν τα χαρτοφυλάκιά τους κάθε έξι μήνες, σε σύγκριση με 27% το προηγούμενο εξάμηνο. Επιχειρήσεις από την Ιαπωνία (62%) και την Κίνα (61%) αναφέρουν αυτή τη συχνότητα περισσότερο από τους ερωτηθέντες άλλων χωρών. Μόνο το 33% των επιχειρήσεων επανεξετάζουν τα χαρτοφυλάκιά τους μία φορά το χρόνο ή λιγότερο, συγκριτικά με το 64% έξι μήνες πριν, με τα υψηλότερα ποσοστά σε αυτήν την κατηγορία να προέρχονται από τις ΗΠΑ (58%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (43%).
Οι προθέσεις για συμφωνίες των εταιρειών private equity δεν είναι και τόσο ιδιωτικές
Ως αποτέλεσμα των αξιολογήσεων των χαρτοφυλακίων, σχεδόν τα τρία τέταρτα των εταιρειών (73%) έχουν προσδιορίσει τα περιουσιακά στοιχεία που πρέπει να εκποιήσουν – λόγω χαμηλής απόδοσης ή κινδύνου – υποδεικνύοντας, ότι άλλα περιουσιακά στοιχεία εισέρχονται στην αγορά και γενικά τον μελλοντικό κύκλο των αγοραπωλησιών.
Οι επενδυτικές ευκαιρίες θα μπορούσαν να προσελκύσουν ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (Private Equity investors “PEs”), με το 31% των στελεχών να αναφέρουν την πιθανότητα των PEs ως τον κύριο αγοραστή το επόμενο έτος. Το 68% των ερωτηθέντων πιστεύουν επίσης ότι ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός που αντιμετωπίζουν σήμερα σε σχέση με εξαγορές θα προέρχεται ακριβώς από ιδιωτικά κεφάλαια, συμπεριλαμβανομένων των PEs και διάφορων εταιρικών Επενδυτικών Κεφαλαίων (Investment Funds).
Ο Krouskos αναφέρει: «Η άνοδος των ιδιωτικών κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένων των PEs, των super funds, των κρατικών επενδυτικών κεφαλαίων και των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου (Venture Capital ”VC”) έχει αναμορφώσει δραστικά το περιβάλλον χρηματοδότησης και θα συμβάλλει στην ανανέωση της δραστηριότητας των συγχωνεύσεων και των εξαγορών στο μέλλον. Οι διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων στρέφονται στο ιδιωτικό κεφάλαιο περισσότερο από ποτέ άλλοτε στην σύγχρονη ιστορία των κεφαλαιαγορών. Πολλοί επενδυτές θα επιλέξουν να επενδύσουν μέσω PEs , ενώ άλλοι θα εντείνουν την άμεση επενδυτική δραστηριότητα.»
«Η αβεβαιότητα ωθεί κάποια στελέχη σε μια ανάπαυλα για προβληματισμό ως προς τις συγχωνεύσεις και εξαγορές και αυτό πιθανόν να οδηγήσει σε πτώση από τα σημερινά υψηλά επίπεδα συμφωνιών κατά τους επόμενους 12 μήνες. Ωστόσο, μπορούμε να περιμένουμε υψηλότερη κινητικότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών στο επόμενο έτος. Οι αξιολογήσεις χαρτοφυλακίου, σήμερα, θα αποδώσουν σε πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων εν ευθέτω χρόνω. Η παρακολούθηση των έντονων τεχνολογικών καινοτομιών και οι γεωπολιτικές αλλαγές θα απαιτήσουν εξαγορές και συγχωνεύσεις. Και με τον αυξανόμενο ανταγωνισμό για περιουσιακά στοιχεία μεταξύ PEs και των άλλων ιδιωτικών κεφαλαίων, τα εταιρικά στελέχη που επιλέγουν να παραμείνουν στο περιθώριο, πιθανότατα, θα αντιληφθούν ότι θα πρέπει να επιστρέψουν στο παιχνίδι των συμφωνιών σε ένα διάστημα 12-18 μηνών».
Δείτε την έρευνα online στο ey.com/ccb και ακολουθήστε μας στο Twitter: @EY_TAS | #EYCCB