Μια συνέντευξη με τον τέως Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων Γιαννάκη Ομήρου έχει πάντα ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όντας βουλευτής για 35 ολόκληρα χρόνια, Υπουργός Άμυνας στην κρίσιμη περίοδο του «εξορισθέντος» πυραυλικού συστήματος S 300 και Πρόεδρος της Βουλής την περίοδο 2011-2016, ο Γιαννάκης Ομήρου υπήρξε παρών και συμμέτοχος σε καίριες φάσεις του Κυπριακού.
Για δεκαετίες μέλος του Εθνικού Συμβουλίου, υπήρξε κοινωνός και μέτοχος χειρισμών σε δύσκολες στιγμές στη νεότερη ιστορία της Κύπρου.
Οι απόψεις του είναι πάντα πολύτιμες για το παρόν και το μέλλον της Κύπρου και το μεγάλο εθνικό μας θέμα.
Το συναντήσαμε στο Πολιτικό του Γραφείο στη Λευκωσία και ακούσαμε τους προβληματισμούς, τις προτάσεις και τις θέσεις του για τους επιβαλλόμενους χειρισμού στο Κυπριακό.
Θα ήθελα πρώτα να σας ρωτήσω ποια πρέπει να είναι η περαιτέρω στρατηγική μας στο Κυπριακό μετά το άδοξο τέλος των συνομιλιών στο Κράν – Μοντάνα…
Μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντάνα η διαμόρφωση της ακολουθητέας στρατηγικής είναι, ούτως ή άλλως επιβεβλημένη. Ως εκ τούτου η παρουσιαζόμενη ως αντιδικία, για τη αναγκαιότητα της ή μη, είναι περιττή και άνευ ουσίας.
Άλλωστε 44 χρόνια άκαρπων συνομιλιών και αδιέξοδων μεσολαβητικών προσπαθειών για λύση του Κυπριακού καθιστούν μονόδρομο την ανάγκη μιας συλλογικής διαβούλευσης για την περαιτέρω πορεία. Για μια νέα στρατηγική.
Περαιτέρω, είναι αδιανόητο να παραμένουμε μαρμαρωμένοι στο παρελθόν. Πολύ περισσότερο τώρα που έχουν διαμορφωθεί νέα γεωστρατηγικά, γεωπολιτικά και γεωοικονομικά δεδομένα στην περιοχή μας.
Το ζητούμενο ωστόσο είναι ότι, η περαιτέρω πορεία και η αναγκαία στρατηγική πρέπει να αποκτήσει περιεχόμενο. Πέραν των γενικών λεκτικών και διακηρυκτικών -ρητορικών διατυπώσεων να πάρει τη μορφή των συγκεκριμένων προτάσεων.
Επί 44 χρόνια απουσιάζει μια ολοκληρωμένη πρόταση -περίγραμμα λύσης του Κυπριακού το οποίο να κατατεθεί ενώπιον της διεθνούς και της ευρωπαϊκής κοινότητας. Ο σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε υποσχεθεί προεκλογικά να προχωρήσει σε πρωτοβουλία για διαμόρφωση ενός τέτοιου περιγράμματος λύσης. Υπόσχεση ωστόσο την οποία αθέτησε.
Είναι τώρα κατάλληλη η περίοδος της «περισυλλογής», να υπάρξει συλλογική διαβούλευση σε κλίμα συναίνεσης για τη διαμόρφωση αυτού του περιγράμματος λύσης. Οι λεγόμενες «ομόφωνες αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου του 1989» επικαιροποιημένες, καθώς και το περιεχόμενο του «κοινού ανακοινωθέντος του Εθνικού Συμβουλίου» του Σεπτεμβρίου του 2009, μπορούν και πρέπει να αξιοποιηθούν για τη σύνταξη μιας πρότασης πολιτικά αξιόπιστης και νομικά τεκμηριωμένης ου θα απαντά και σε όσους κακόπιστα διεθνώς προβάλλουν τον φαιδρό ισχυρισμό ότι «οι Έλληνες Κύπριοι δεν επιθυμούν λύση» και ότι είναι δήθεν βολεμένο με το statusquo.
Περαιτέρω θα πρέπει να επιδιωχθεί η αποσύνδεση της εσωτερικής από τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού. Πολύ σωστά η σημερινή Ελληνική Κυβέρνηση κατέστησε σαφές ότι, εκείνο που την αφορά ως εγγυήτρια δύναμη είναι το θέμα της αποχώρησης στρατευμάτων, η κατάργηση των αναχρονιστικών εγγυήσεων του 1960 και η απομάκρυνση των εποίκων. Αυτά είναι τα ζητήματα που πρέπει να τεθούν ενώπιον της Τουρκίας σε μια πραγματική διεθνή διάσκεψη με συμμετοχή των μονίμων μελών Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, της Ε.Ε., των τριών εγγυητριών δυνάμεων και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Με προώθηση αιτήματος για υιοθέτηση δέσμης αρχών λύσης του Κυπριακού σε ένα προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, προκειμένου η λύση να είναι συμβατή με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό.
Με διατύπωση αιτήματος διορισμού πολιτικής προσωπικότητας, ως ειδικού απεσταλμένου για το Κυπριακό, με όρους εντολής, να εποπτεύει ότι οι όποιες πρόνοιες της λύσης συζητούνται, είναι συμβατές με την ιδιότητα της Κύπρου, ως κράτους – μέλους της Ε.Ε.
Με την ανάληψη έντονης διαφωτιστικής εκστρατείας, ώστε να καταστεί σαφές, ότι οι τουρκικές διαχρονικές προτάσεις – αξιώσεις, βρίσκονται απολύτως εκτός του πλαισίου του διεθνούς και του ευρωπαϊκού δικαίου.
Εντατικοποίηση των επαφών με τους Τουρκοκύπριους. Εκπόνηση ειδικού προγράμματος και μέτρων που να στοχεύουν στη συνειδητοποίηση τους ως πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στόχος η ενεργοποίηση της Τουρκοκυπριακής κοινότητας ως αποφασιστικού παράγοντα επίτευξης της λύσης. Το μήνυμα προς τους Τουρκοκύπριους ωστόσο πρέπει να είναι ότι η απόλαυση δικαιωμάτων από την Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι συμβατή με προσκόλληση και πειθήνια υποταγή στην Τουρκία. Η συμμετοχή στην Κυπριακή Δημοκρατία δεν μπορεί ναι είναι alacart. Η παρουσία – απουσία Ακκιντζί στη διάσκεψη του Κραν Μοντάνα, υποδεικνύει την ανάγκη ανάδειξης της πραγματικής φωνής των Τουρκοκυπρίων ως βασικής συνιστώσας οικοδόμησης ενός κοινού μέλλοντος όλων των νομίμων κατοίκων της Κύπρου.
Με προώθηση διαβημάτων για εφαρμογή των ψηφισμάτων 550 (1984) και 789 (1992) του Συμβουλίου Ασφαλείας και της συμφωνίας υψηλού επιπέδου του 1979 Κυπριανού – Ντενκτάς για κατά προτεραιότητα επιστροφή της Αμμοχώστου.
Με αδιαπραγμάτευτη αποσύνδεση της επιδίωξης λύσης από την αξιοποίηση ,
του υποθαλάσσιου πλούτου της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Σε ότι αφορά την αξιοποίηση της ιδιότητας της Κύπρου ως χώρας – μέλους της Ε.Ε., για να υποχρεωθεί η Τουρκία σε εκλογίκευση της συμπεριφοράς της στο Κυπριακό, ποια είναι η άποψη σας;
Επειδή προβάλλεται η άποψη ότι με τις εξελίξεις στις σχέσεις Ε.Ε. – Τουρκίας, η δυνατότητα άσκησης πιέσεων από δικής μας πλευράς προς την Τουρκία μέσω της Ε.Ε. έχει εκμηδενιστεί, θα πρέπει να υπομνησθεί ότι πέραν του στόχου της πλήρους ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., ανοικτή παραμένει και θα παραμείνει η ειδική εταιρική σχέση. Συνεπώς η απαίτηση της Κυπριακής Δημοκρατίας για εκπλήρωση των Κυπρογενών υποχρεώσεων της Τουρκίας προ οιασδήποτε εξομάλυνσης – αναβάθμισης των Ευρωτουρκικών σχέσεων, θα πρέπει να παραμένει αμετακίνητη. Το ίδιο ισχύει και για την αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης Τουρκίας – Ε.Ε. Από το 2005 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει αναθέσει στην Τουρκία συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Ανεπιφύλακτη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, άνοιγμα λιμανιών και αεροδρομίων σε κυπριακά πλοία και αεροπλάνα και συνεργασία για λύση του Κυπριακού στη βάση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας περί Κύπρου και των αρχών και των αξιών της Ε.Ε. Χωρίς εκπλήρωση αυτών των υποχρεώσεων η θέση μας θα πρέπει να παραμείνει αταλάντευτη για παρεμπόδιση αναβάθμισης της Τελωνειακής Ένωσης της Τουρκίας με την Ε.Ε.
Επιμένετε σε εναλλακτική στρατηγική. Είχατε ενεργό ρόλο και συμμετοχή σε κρίσιμες φάσεις του Κυπριακού τις τελευταίες δεκαετίες. Μπορείτε να μας αναφέρετε μια περίπτωση που η Ελληνική πλευρά κατέβαλε τίμημα από την απουσία εναλλακτικής στρατηγικής;
Το πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα είναι η πανωλεθρία που υπέστημεν στη Νέα Υόρκη το Φεβρουάριο του 2004. Προ της αναχώρησης μας, Το Εθνικό Συμβούλιο αποφάσισε ότι σε καμιά περίπτωση δεν θα αποδεχόμασταν επιδιαιτησία, χρονοδιάγραμμα και δημοψήφισμα χωρίς συμφωνία των δύο πλευρών. Όμως δεν υπήρξε ούτε συζήτηση ούτε περισσότερο σχεδιασμός για το τί θα πράτταμε σε περίπτωση που η τουρκική πλευρά θα αποδεχόταν τις γνωστές προτάσεις του Ανάν που τελικά οδήγησαν στο Μπούρκεστοκ με την επιδιαιτησία του Γ.Γ. του ΟΗΕ και τα δημοψηφίσματα.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον τέως τότε Πρόεδρο Γλαύκο Κληρίδη που συνόδευε τον Τάσσο Παπαδόπουλο στο Μέγαρο των Ηνωμένων Εθνών να μας διαβεβαιώνει με απόλυτη αυτοπεποίθηση ότι γνωρίζοντας από δεκαετίες τον Ντενκτάς, ήταν σίγουρος ότι θα απέρριπτε τις προτάσεις Ανάν. Και πράγματι στην πρώτη συνάντηση ο Ντενκτάς ήταν αρνητικός. Όταν όμως Παπαδόπουλος και Κληρίδης επέστρεψαν από δεύτερη συνάντηση επικράτησε παγωμάρα. Ο Ντενκτάς αποδέχθηκε το σύνολο των προτάσεων Ανάν. Και τότε αναζητείτο Σχέδιο Β που δεν υπήρχε. Στην δραματική σύσκεψη που ακολούθησε στον 34ο όροφο του ξενοδοχείου WaldorfAstoria που διαμέναμε, η συμβουλή και προτροπή όλων προς τον Τάσσο Παπαδόπουλο ήταν να αποδεχθούμε και εμείς το έγγραφο Ανάν. Η δική μου ισχυρή επιφύλαξη την οποία, προς τιμή του, επιβεβαίωσε αργότερα ο Τάσσος Παπαδόπουλος, δεν ήταν ικανή να αποτρέψει την κατολίσθηση. Εν μέσω συνεχών τηλεφωνημάτων από τον τότε Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ρομάνο Πρόντι, τον Προεδρεύοντα της Ε.Ε. πρώην Πρωθυπουργό της Ιρλανδίας και άλλους Ευρωπαίους ηγέτες, ο Τάσσος Παπαδόπουλος υποχρεώθηκε να συναινέσει. Για να πάμε στον «εφιάλτη» του Μπούργκεστοκ και στα δημοψηφίσματα. Δεκατέσσερα χρόνια μετά, ερωτώ. Υπάρχει κανένας σήμερα που δεν συμφωνεί ότι αν υπήρχε σχεδιασμός, να απαντήσουμε ότι είμαστε έτοιμοι για συνομιλίες, αλλά όχι με χρονοδιάγραμμα, επιδιαιτησία και δημοψηφίσματα χωρίς συμφωνία, το κόστος που θα καταβάλλαμε θα ήταν ασύγκριτα μικρότερο από εκείνο που καταβάλαμε με την ορθή απόρριψη του Σχεδίου Ανάν στο δημοψήφισμα;
Έτσι και τώρα. Γίνεται μια μεγάλη συζήτηση για ένα νέο κύκλο διαπραγματεύσεων. Βεβαίως μετά τις εκλογές στην Τουρκία πλέον. Η απάντηση μου είναι απλή/ Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το διάλογο. ‘Άλλο όμως είναι το κρίσιμο διακύβευμα. Αν η διαπραγματευτική διαδικασία αποτύχει και καταρρεύσει έχουμε σχεδιασμό, για το πώς ενεργούμε; Γνωρίζοντας μάλιστα ότι η τουρκική πλευρά έχει σχέδιο Β για εκστρατεία αναγνώρισης του ψευδοκράτους;
Το «δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού». Και εμείς δυστυχώς έχουμε διαπρέψει στο «πολλάκις εξ αμαρτείν».
Τέλος ποια η άποψη σας για την ενότητα στο εσωτερικό μέτωπο, σε σχέση με το Κυπριακό;
Η διαμόρφωση της στρατηγικής διαχείρισης του Κυπριακού στη νέα αυτή περίοδο, σε πλήρη συνεννόηση με την Ελλάδα, για να έχει προοπτική και αποτελεσματικότητα, πρέπει να οικοδομείται στη βάση της εθνικής ομοψυχίας. Μακριά από σκοπιμότητες και μικρόψυχους υπολογισμούς. Μόνο έτσι θα μπορέσει να εμπνεύσει το λαό σε συμπόρευση.