Στους πιστοποιούντες υπαλλήλους και σε άλλες κατηγορίες εργαζομένων, αλλά και στην κυβερνητική πολιτική για τερματσμό της λειτουργίας Στεγών Ηλικιωμένων και Βρεφοκομικών – Παιδοκομικών Σταθμών του Υπουργείου Εργασίας, αναφέρθηκε σε γραπτή του δήλωση ο Ανδρέας Φακοντής, Πρόεδρος της Κοιν. Επιτροπής Εργασίας.
Α) Τεράστια τα προβλήματα που δημιουργούνται στους πιστοποιούντες υπαλλήλους και άλλες κατηγορίες εργαζομένων οι οποίοι κλήθηκαν να καταβάλουν αναδρομικά εισφορές στο ΤΚΑ ως αυτοτελώς εργαζόμενοι – Ποσά που φτάνουν και τις €20,000
Το τελευταίο διάστημα γίναμε δέκτες αρκετών παραπόνων από συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων, οι οποίοι δεν γνώριζαν ότι θα έπρεπε να δηλωθούν ως αυτοτελώς εργαζόμενοι.
Σ΄ αυτές τις κατηγορίες ανήκουν οι πιστοποιούντες υπαλλήλοι, οι οποίοι όταν πριν από αρκετά χρόνια διορίστηκαν από τους οικείους Επάρχους και έλαβαν τη σχετική σφραγίδα, δεν ενημερώθηκαν ότι θα έπρεπε να δηλωθούν στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως αυτοτελώς εργαζόμενοι και να καταβάλλουν οι ίδιοι τις εισφορές τους στο ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΤΚΑ). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων να απαιτούν από τους εργαζόμενους αυτούς την αναδρομική (6 χρόνια) καταβολή των εισφορών τους στο Ταμείο και κατ΄ επέκταση να οφείλουν υπέρογκα ποσά που φτάνουν μέχρι και τις €20,000.
Επίσης, στην κατηγορία των εργαζόμενων αυτών ανήκουν και οι σχολικοί συνοδοί, οι οποόι εργάζονται με μερική απασχόληση και σε εποχική βάση. Κατά παρόμοιο τρόπο καλούνται να καταβάλουν στο ΤΚΑ συνολικό ποσό που ξεπερνά το ποσό που έχουν λάβει ως εισόδημα όλα αυτά τα έτη.
Στη συνεδρία καταθέσαμε διάφορες εισηγήσεις προς το αρμόδειο Υπουργείο, όπως η καταβολή εισφορών στο ΤΚΑ στη βάση των πραγματικών εισοδημάτων και όχι στο ύψος του τεκμαρτού, η μη αναδρομική καταβολή των εισφορών και η διαγραφή των επιβαρύνσεων, σε μια προσπάθεια να συμβάλουμε στην εξεύρεση τρόπου επίλυσης του προβλήματος που παρουσιάστηκε. Γιατί πλείστοι από τους εργαζόμενους αυτούς, με βάση και τις σημερινές τους απολαβές με δυσκολία καταφέρνουν να ανταπεξέλθουν οικονομικά και γι΄ αυτό τους ειναι αδύνατο να καταβάλουν τα ποσά αυτά που διεκδικεί το ΤΚΑ.
Στην επόμενη συνεδρία θα κληθεί η Γενική Εισαγγελία προκειμένου να εξεταστούν οι τρόποι επίλυσης του προβλήματος. Ταυτόχρονα, καλέσαμε το ΤΚΑ να μην προχωρήσει με δικαστικά μέτρα εναντίον των επηρεαζόμενων μέχρι να ολοκληρωθεί η συζήτηση στη Βουλή.
Β) Συνέχιση της κυβερνητικής πολιτικής για τερματσμό της λειτουργίας Στεγών Ηλικιωμένων και Βρεφοκομικών – Παιδοκομικών Σταθμών του Υπουργείου Εργασίας
Παρά τις επανηλημμένες διαβεβαιώσεις της Υπουργού και του Γενικού Διευθυντή του ΥΕΠΚΑ ότι δεν υπάρχει καμία ειλημμένη απόφαση ή πολιτική πρόθεση του Υπουργείου για τερματισμό της λειτουργίας των στεγών ηλικιωμένων και των βρεφοκομικών/ παιδοκομικών σταθμών στο σύνολο τους, από το 2013 μέχρι σήμερα έχει τερματιστεί ή ανασταλεί η λειτουργία πάνω από 10 Κρατικών Στεγών Ηλικιωμένων, Κρατικών Βρεφοκομικών/ Παιδοκομικών Σταθμών και Κέντρων Ανοικτής Προστασίας Ηλικιωμένων.
Δυστυχως, αντί η απαράδεχτη αυτή κυβερνητική πολιτική να τερματιστεί προς όφελος όλων των οικογενειών που έχουν ανάγκη την αρωγή του κράτους, οι κυβερνώντες επιχειρούν με διάφορους τρόπους να ιδιωτικοποιήσουν τη κοινωνική πρόνοια κάνοντας αρχή με την Αρχιεπισκοπή, με την οποία συνδιαχειρίζονται δύο τουλάχιστον παιδοκομικούς σταθμούς.
Πολλές είναι οι καταγγελίες που κατατέθηκαν από τους εμπλεκόμενους φορείς ότι η κυβέρνηση αντί να στηρίξει οικονομικά τα ΣΚΕ ώστε να αναβαθμιστούν, μειώνει τις χορηγίες της προς αυτά αφήνοντας τα να οδηγηθούν στο κλεισιμο ή στη συρρίκνωση.
Ως ΑΚΕΛ καταγγέλλουμε τις πολιτικες αυτές και εκφάζουμε την έντονη ανησυχία μας καθώς με τη μέθοδο της σαλαμοποίησης επιχειρείται από την κυβέρνηση ο τερματισμός της λειτουργίας των δομών κοινωνικής πρόνοιας.
Σε μια περίοδο που τα οικογενειακά εισοδήματα έχουν μειωθεί δραστικά και τα ποσά που παραχωρούνται από το ΕΕΕ στους δικαιούχους δεν αρκούν για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες, η κυβέρνηση περιορίζει τα δημόσια και κοινοτικά προγράμματα που παρεχουν στήριξη στις οικογένειες.
Επιβεβαίωση της μεθοδευμένης κυβερνητικής πολιτικής για κλείσιμο των κρατικών υποδομών κοινωνικής πρόνοιας αποτελούν και οι συστάσεις της ΕΕ και της Σύμβασης του ΟΗΕ για ανάπτυξη τέτοιων υποδομών.
Το ΑΚΕΛ καλεί την κυβέρνηση να τερματίσει την πολιτική αυτή, να αναβαθμίσει και να στηρίξει ουσιαστικά τις υφιστάμενες κρατικές υποδομές και ταυτόχρονα, να προχωρήσει σε ένα ολοκληρωμένο σχεδιασμό κάλυψης των αναγκών σε υπηρεσίες φροντίδας με την ουσιαστική εμπλοκή της τοπικής αυτοδιοίκησης.